Από τότε που οι πρωτόπλαστοι αρνήθηκαν να υπακούσουν στο θέλημα του Θεού έκανε την εμφάνισή του το φαινόμενο της αθεΐας. Είναι γνωστό ότι εκτός από αυτούς που πιστεύουν σε κάποιο Θεό, υπάρχουν και εκείνοι οι οποίοι για διάφορους λόγους δεν αποδέχονται την ύπαρξη του Θεού. Είναι οι λεγόμενοι άθεοι ή άπιστοι. Το φαινόμενο της αθεΐας είναι πολυσύνθετο και πολυδιάστατο. Σε τελική ανάλυση φαίνεται ότι είναι καθαρά προσωπική υπόθεση, όπως και η πίστη. Είναι ανάγκη να το μελετήσουμε αντικειμενικά με στόχο να ενισχύσουμε την πίστη μας. Με το σημερινό μάθημα θα επιχειρήσουμε να επισημάνουμε τον ορισμό, τα αίτια και τις συνέπειες της αθεΐας- να παρουσιάσουμε τις σπουδαιότερες αθεϊστικές απόψεις καθώς και την κριτική θεώρησή τους.
α) Ορισμός, αίτια και συνέπειες της αθεΐας
Αθεΐα είναι η άρνηση της ύπαρξης θεών ή Θεού. Αθεϊστής λέγεται ο δεχόμενος αυτήν την άποψη και αθεϊσμός ονομάζεται η φιλοσοφική, θεωρητική θεμελίωση της αθεΐας. Άλλοτε είναι φανερή και άλλοτε συγκαλυμμένη. Άλλες φορές είναι επιθετική εναντίον της θρησκείας και ιδιαίτερα του Χριστιανισμού και άλλες φορές ενεργεί συγκαλυμμένα. Υπάρχουν διάφορες αποχρώσεις αθεΐας, όλες όμως συναντώνται στο κοινό σημείο της άρνησης του Θεού. Μπορούμε να επισημάνουμε και τις βαθμίδες της αθεΐας. Οι σπουδαιότερες είναι: ο δισταγμός αποδοχής θεοδίδακτων αρχών και αληθειών η αμφιβολία για την ύπαρξη μεταφυσικού κόσμου. ο αγνωστικισμός, που υποστηρίζει ότι δεν υπάρχει βεβαιότητα για την ύπαρξη υπεραισθητού κόσμου και επομένως είναι αδύνατη η γνώση του. Άλλες μορφές του σύγχρονου αθεϊσμού είναι ο μηδενισμός, ο διαλεκτικός και ιστορικός υλισμός, ο υπαρξιακός αθεϊσμός, ο νιτσεϊσμός, ο ορθολογικός θετικισμός κ.ά.
Τα κυριότερα αίτια της αθεΐας είναι τα επόμενα: 1. Ο εγωισμός του ανθρώπου, ο οποίος υπερηφανεύεται για τις δυνάμεις και τις δυνατότητές του. 2. Η άγνοια της διδασκαλίας της θρησκείας στα μεγάλα ζητήματα «Θεός, κόσμος, άνθρωπος». 3. Οι ατομικές επιλογές τρόπου ζωής που έρχονται σε αντίθεση με τις επιταγές της θρησκείας που θέτουν φραγμό επικοινωνίας του ανθρώπου με το Θεό. 4. Ο ορθολογισμός από την εποχή του Διαφωτισμού, που απορρίπτει τις υπέρ λόγον αλήθειες. 5. Η υλιστική θεώρηση του κόσμου, που δέχεται την προτεραιότητα και τη μοναδικότητα της ύλης, από την οποία προέρχονται και οι λεγόμενες πνευματικές ενέργειες (σκέψη, ιδέες, φαντασία κ.ά.). 6. Η αντιθρησκευτική παιδεία που παρέχεται στα ολοκληρωτικά καθεστώτα. Η ασυνέπεια πίστης και ζωής μερικών εκπροσώπων της θρησκείας. Οι συνέπειες της αθεΐας είναι πολλές και αξιοπρόσεκτες. Είναι κοινή παραδοχή η άμεση σχέση πίστης και ηθικής. Επομένως, η ποιότητα της δεύτερης εξαρτάται από την ποιότητα της πρώτης. Έτσι, στα πλαίσια της αθεϊστικής θεωρίας η ανυπαρξία του Θεού θα έδινε τη δυνατότητα στον άνθρωπο να συμπεριφέρεται χωρίς φραγμούς και ηθικές αναστολές και να εφαρμόζεται η άποψη του Καραμαζόφ στον Ντοστογιέφσκυ: «εάν δεν υπάρχει Θεός, όλα επιτρέπονται». Έχει επισημανθεί τεκμηριωμένα ότι η έλλειψη σωστής θρησκευτικής ζωής δημιουργεί το ψυχικό κενό και την υπαρξιακή αγωνία, που χαρακτηρίζουν έντονα το σύγχρονο άνθρωπο. Στο βάθρο του Θεού οι οπαδοί του υλιστικού ευδαιμονισμού και της ατομικής χρησιμοθηρίας τοποθετούν και λατρεύουν τα είδωλα της σαρκολατρίας και της ηδονιστικής εγωπάθειας. Οι αρνητικές και πολλές φορές καταστροφικές συνέπειες της πρακτικής αθεΐας επηρεάζουν έντονα τη νεαρή ηλικία, αλλά και πολλές πτυχές της οικογενειακής και κοινωνικής ζωής. Ο σύγχρονος άνθρωπος καλείται να προβληματιστεί και να λάβει τις δέουσες αποφάσεις, αν επιθυμεί να επανεύρει τον ορθό προσανατολισμό του. β) Οι σπουδαιότερες αθεϊστικές απόψεις 1. Η «ανθρωπιστική» αθεΐα του Λούντβιχ Φώυερμπαχ (1804-1872). |
Το αθεϊστικό του σύστημα ονομάστηκε «ανθρωποθεϊσμός», γιατί θέτει ως κέντρο της φιλοσοφικής θεωρίας του τον άνθρωπο, όπως είναι και φαίνεται και ζει σε σχέση με τους άλλους. Η έννοια του Θεού είναι πλασματική και νοείται ως αυτοπροβολή του ανθρώπου προς τα έξω. Ο λόγος για το Θεό είναι λόγος για τον άνθρωπο. Επομένως, λέγοντας Θεολογία εννοούμε την ανθρωπολογία. Κάθε θρησκεία για το Φώυερμπαχ είναι μια μορφή αυτολατρείας του ανθρώπου. Κριτική θεώρηση. Η άποψη αυτή δεν έχει σοβαρά επιστημονικά και θρησκειολογικά ερείσματα. Στο μάθημα για τη θρησκεία δείξαμε ότι αυτή είναι πανανθρώπινο φαινόμενο. Επομένως, δε στέκει η άποψη του Φώυερμπαχ ότι η έννοια του Θεού και η θρησκεία είναι έκφραση και προβολή των υποκειμενικών επιθυμιών και τάσεων κάθε ανθρώπου. Η ταύτιση εξάλλου της Θεολογίας με την ανθρωπολογία είναι απαράδεκτη από χριστιανική άποψη, γιατί η χριστιανική Θεολογία ως αυτοαποκάλυψη του Θεού από το Θεάνθρωπο Χριστό, αποτελεί προϋπόθεση της αληθινής ανθρωπολογίας. |
2. Η κοινωνικοπολιτική αθεΐα
του Καρλ Μαρξ (1818-1883). Ο θεμελιωτής του επαναστατικού σοσιαλισμού
(κομμουνισμού) με τη διδασκαλία και τα συγγράμματα του (με σπουδαιότερο
«το Κεφάλαιο») επιδίωξε την κοινωνική μεταβολή και την επικράτηση της
κοινωνικής δικαιοσύνης με την επανάσταση των λαϊκών μαζών. Η αθεϊστική
διδασκαλία του Κ. Μαρξ πηγάζει από το διαλεκτικό και ιστορικό υλισμό,
που δέχεται ότι η ιστορική και η κοινωνική πορεία του ανθρώπου ακολουθεί
το εγελιανό σχήμα «θέση - αντίθεση - σύνθεση». Αυτό σημαίνει ότι ο
επαναστατικός σοσιαλισμός ως αντίθεση στο κατεστημένο, τη θέση, θα
οδηγήσει στην αταξική κοινωνία, μετά από σφοδρή σύγκρουση και πάλη των
τάξεων, στην κατάκτηση της κοινωνικής ισότητας, δικαιοσύνης και ευτυχίας
των λαών. Η θρησκεία, έγραφε, είναι συνέπεια μόνο της
κοινωνικοοικονομικής αλλοτρίωσης του ανθρώπου και των αντίστοιχων με
αυτές συνθηκών ζωής• είναι δημιούργημα της αυταπάτης του ανθρώπου, που
εκφράζει τη δυστυχία και την αθλιότητά του. Η θρησκεία είναι το όργανο
εκμετάλλευσης των φτωχών και αδυνάτων από τους πλούσιους και δυνατούς.
Την ονόμασε «όπιο του λαού», ο οποίος, όταν εξασφαλίσει τις προϋποθέσεις
της ευτυχίας του με τη δημιουργία της αταξικής κοινωνίας, θα διαγράψει
αυτόματα και τη θρησκεία από τη ζωή του. Η θρησκεία, δίδασκε ο Μαρξ,
εμποδίζει την απελευθέρωση του ανθρώπου και την κατάκτηση της ευτυχίας
του. Τη θέση της πρέπει να πάρει η επιστήμη, η οποία με τα επιτεύγματά
της θα επιλύσει όλα τα προβλήματα του ανθρώπου. Κριτική θεώρηση. Ίσως ο Μαρξ να είχε κάποιο δίκιο, όταν έγραφε ότι η θρησκεία είναι το «όπιο των λαών», γιατί είχε υπόψη του τα δεδομένα της εποχής του, τη θρησκευτική κατάσταση στη Δύση, στην οποία η Ρωμαιοκαθολική Εκκλησία είχε τον απόλυτο έλεγχο της ζωής των ανθρώπων, και η έντονη κληρικοκρατία είχε ωθήσει το λαό στο περιθώριο. Οι υποσχέσεις ή οι απειλές για την άλλη ζωή, με τον τρόπο που στην ιστορική πραγματικότητα παρουσιάστηκαν, έδιναν το δικαίωμα στους κάθε λογής άθεους να επιτίθενται συνολικά στη θρησκεία. Είναι λαθεμένη, όμως, η γενίκευση να απορρίπτει παντελώς τη θρησκεία και πολύ περισσότερο το Θεό, εξαιτίας των αρνητικών φαινομένων, που οφείλονται σε ανθρώπινα λάθη. Ο Μαρξ δεν έλαβε υπόψη του το κοινωνικό κήρυγμα του Χριστιανισμού για αδελφοσύνη και |
ισότητα, ούτε τη δράση της Εκκλησίας στις περιπτώσεις που λειτούργησε σύμφωνα με το πνεύμα της διδασκαλίας του Χριστού για την αγάπη, όπως π.χ. στην περίπτωση των μεγάλων Πατέρων της Εκκλησίας. Άλλωστε και η μέχρι τώρα ιστορική πείρα έδειξε ότι όπου εφαρμόστηκαν οι αθεϊστικές ιδέες δεν οδήγησαν τους ανθρώπους στη δικαιοσύνη και την ευτυχία. Παρόλο που η θρησκεία πολεμήθηκε, στα συστήματα που εφαρμόστηκαν οι θεωρίες του Μαρξ, δεν κατορθώθηκε να ξεριζωθεί η πίστη από τις ψυχές των ανθρώπων. Αντίθετα, παρατηρήθηκε, μετά την πτώση των καθεστώτων αυτών, μια αναζωπύρωση του θρησκευτικού συναισθήματος των λαών και μια συγκλονιστική επανασύνδεσή τους με τις γνήσιες πηγές της πίστης τους, δηλαδή την Ορθοδοξία. Αυτό σημαίνει ότι «όπιο των λαών» δεν ήταν η θρησκεία, αλλά η επίσημη διδασκαλία της αθεΐας. Εξάλλου η άποψη του Κ. Μαρξ ότι η θρησκεία είναι παράγωγο μόνο της κοινωνικοοικονομικής αλλοτρίωσης του ανθρώπου θεωρείται μονομερής και θρησκειοϊστορικά αθεμελίωτη. Από σύγχρονους μαρξιστές διατυπώθηκε η άποψη ότι «υπήρξε λάθος του Μαρξ, που είπε ότι η θρησκεία είναι το όπιο των λαών» (βλ. |
το συλλογικό έργο: Μαρξισμός και Ορθοδοξία, εκδ. Ακρίτας, Αθήνα 1984, σελ. 82). 3. Βιταλιστική - μηδενιστική αθεΐα με εκπρόσωπο το μηδενιστή φιλόσοφο Φρ. Νίτσε (1844-1900), που είχε επηρεαστεί από το Φώυερμπαχ και το φιλόσοφο της απαισιοδοξίας Αρθ. Σοπενχάουερ (1788-1860). Βαθύς μελετητής και καθηγητής της αρχαίας ελληνικής φιλολογίας στο πανεπιστήμιο της Βασιλείας της Ελβετίας, την τελευταία δεκαετία της ζωής του ήταν σε κατάσταση παραφροσύνης. Αφετηρία της θεωρίας του είναι ο μηδενισμός, ο οποίος αρνείται την ύπαρξη του Θεού και των ηθικών αξιών. Ο Νίτσε ήταν σφοδρός πολέμιος του Χριστιανισμού, γιατί διακήρυττε ότι ήταν θρησκεία των αδυνάτων και των ταπεινών. Στη θέση του Θεού τοποθέτησε τον «υπεράνθρωπο», γιατί πίστευε ότι αυτός είναι ο ιδανικός τύπος ανθρώπου που θα επικρατήσει με τη δύναμή του. Η διδασκαλία του για τον «υπεράνθρωπο» στηρίζεται στο βιολογικό υλισμό και στην έννοια της επικράτησης του βιολογικά ισχυρού. Ο «υπεράνθρωπος», επομένως, είναι ο άνθρωπος της δύναμης, που επικρατεί επί των αδυνάτων χωρίς οίκτο, που πολεμά ό,τι είναι αδύναμο ή μέτριο. Στα πλαίσια της φιλοσοφίας του «υπερανθρώπου» περιφρονούνται όλες οι αρετές, γιατί φανερώνουν αδυναμία. Ο Νίτσε έγραψε αξιόλογα συγγράμματα σχετιζόμενα με τον αρχαίο ελληνικό πολιτισμό, τον οποίο θαύμαζε. Χρειάζεται όμως προσεκτική μελέτη τους. Κριτική θεώρηση. Ο Νίτσε καταφέρθηκε με πάθος εναντίον των εκπροσώπων του δυτικού Χριστιανισμού, οι οποίοι κατά την εποχή του δεν εξέφραζαν αξιόπιστα την αλήθεια και την ουσία του. Το ζήτημα του Θεού τον απασχόλησε βαθιά και έντονα, αλλά δε θέλησε να γνωρίσει ουσιαστικά και σωστά τη χριστιανική διδασκαλία. Εξάλλου το μηδενιστικό υπόβαθρο της θεωρίας του στερείται ισχυρών φιλοσοφικών ερεισμάτων. Μπορεί, άραγε, να αποδείξει επιστημονικά και φιλοσοφικά την ανυπαρξία του Θεού; Φυσικά όχι. Ο στόχος της θεωρίας του, δηλ. ο υπεράνθρωπος, όπως τον περιγράφει στο βιβλίο του «Τάδε έφη Ζαρατούστρα» (1885), είναι μια σύλληψη τερατώδης, αν εφαρμοστεί στην κοινωνία μας. Είναι γνωστό ότι αποτέλεσε το θεωρητικό υπόβαθρο του γερμανικού εθνικοσοσιαλισμού, τον οποίο εφάρμοσε ο Χίτλερ κατά τη διάρκεια του Β' Παγκοσμίου Πολέμου με τα γνωστά τραγικά |
επακόλουθα. Μπορούμε να φανταστούμε μια κοινωνία όπου
όλοι θα προσπαθούν με κάθε τρόπο να επιτύχουν τον τύπο του υπερανθρώπου,
ως μια κοινωνία ζούγκλας. Μια γεύση βέβαια παίρνει κανείς και από τη
σύγχρονη κοινωνία, μετά τις νέες δυνατότητες που δόθηκαν στον άνθρωπο
για να αυξήσει τη δύναμή του με τη βοήθεια της τεχνολογίας. 4. Ψυχαναλυτική αθεΐα. Εισηγητής της είναι ο ψυχαναλυτής Σίγκμουντ Φρόυντ (1856-1939). Ήταν ένας από τους θεμελιωτές της ψυχολογίας του βάθους. Συνέβαλε αποφασιστικά στη διερεύνηση του υποσυνειδήτου και στην ψυχαναλυτική ερμηνεία των ονείρων. Δεχόταν ότι η ψυχανάλυση δεν έχει ως συνέπεια την αθεΐα, αλλά ο ίδιος διακήρυττε ότι ήταν άθεος. Σύμφωνα με την ψυχαναλυτική θεωρία του η θρησκεία πηγάζει από την ανάγκη του ανθρώπου να αμυνθεί απέναντι στις υπέρτατες δυνάμεις της φύσης και της μοίρας, τις οποίες προσωποποιεί. Λόγω αδυναμίας αντιμετώπισης τους δημιουργεί δεσμούς εξάρτησης και υποσυνείδητα τους δίνει τη δεσπόζουσα μορφή του αυστηρού πατέρα της πρωτόγονης περιόδου της ανθρωπότητας. Έτσι η μορφή του πατέρα, κατά το Φρόυντ, έγινε το πρότυπο, σύμφωνα με το οποίο οι μετέπειτα γενεές σχημάτιζαν την εικόνα τους για το Θεό. Όποιος, λοιπόν, πιστεύει στο Θεό, σε όλη τη ζωή του παραμένει εξαρτημένος, βρίσκεται σε μόνιμη νηπιακή κατάσταση. Για να ωριμάσει, οφείλει να απεξαρτηθεί απορρίπτοντας την πίστη στο Θεό. Κριτική θεώρηση. Η ψυχολογική ερμηνεία γένεσης της θρησκείας δεν αναιρεί την ύπαρξη του Θεού ως πραγματικότητας. Η αρρωστημένη αντίληψη για το Θεό, τιμωρό πατέρα, δεν είναι σοβαρό επιχείρημα για να αναιρέσει κανείς την πίστη στην ύπαρξη του Θεού. Άλλωστε υπάρχει και η υγιής αντίληψη του πατέρα της αγάπης. Η πίστη δεν μπορεί να εννοηθεί ως υπόθεση νηπιακής κατάστασης, αφού βιώθηκε πειστικά από μεγάλα πνεύματα της ιστορίας αλλά και σύγχρονα. Η ερμηνεία του Φρόυντ πάσχει από έλλειψη αντικειμενικότητας και πληρότητας, όπως έδειξαν οι έρευνες των δύο άλλων θεμελιωτών της ψυχολογίας του βάθους (Α. Άντλερ, 1870-1937, Καρλ Γιουγκ, 1875-1961) και νεότερων ψυχαναλυτών. Πρέπει να ομολογήσουμε πάντως ότι η φροϋδική θεωρία για τη θρησκεία και το Θεό έγινε αφορμή αυτοκριτικής των χριστιανών, ενώ παράλληλα παραμερίστηκαν κάποιες μορφές θρησκοληψίας και δεισιδαιμονίας. |
5. Στα ευρύτερα πλαίσια της σύγχρονης
αθεΐας θα μπορούσαμε να εντάξουμε και τους επόμενους φιλοσόφους και
λογοτέχνες: α) Ζαν- Πωλ Σαρτρ (1905-1980)• Γάλλος φιλόσοφος και
λογοτέχνης, εκπρόσωπος του άθεου υπαρξισμού. Έργα του: Το είναι και το
μηδέν, Ναυτία κ.ά. β) Αλμπέρ Καμύ (1913-1960)• Γάλλος υπαρξιστής και
μυθιστοριογράφος, ο οποίος δεν εκφράζεται ανοιχτά υπέρ της αθεΐας, αλλά
προβληματίζεται έντονα σχετικά με το ζήτημα της ύπαρξης του Θεού. Έργα
του: Πανούκλα, Ξένος, Ο επαναστατημένος άνθρωπος, Ο μύθος του Σισύφου
κ.ά.
ΚΕΙΜΕΝΑ
(Ψαλμ. 13, 1).
2.«Η θρησκεία είναι ο στεναγμός της καταπιεσμένης
πλάσης, η καρδιά ενός άκαρδου κόσμου, καθώς και το πνεύμα απνευματικών
συνθηκών... Είναι το όπιο του λαού».
(Καρλ Μαρξ, Από την κριτική της Εγελιανής φιλοσοφίας του Δικαίου, 1844).
3.«Ο Θεός είναι νεκρός. Εμείς οι χριστιανοί τον
σκοτώσαμε... Τι είναι αγαθό; Αυτό που ανυψώνει στον άνθρωπο τη δίψα της
δύναμης και τον κάνει ισχυρό στη θέληση για να αποκτήσει δική του
δύναμη. Τι είναι κακό; Αυτό που προέρχεται από την αδυναμία. Γι' αυτό οι
αδύνατοι και οι δυστυχισμένοι πρέπει να εξαφανίζονται. Αυτό πρέπει να
είναι το πρώτο αξίωμα για την αγάπη του ανθρώπου προς τους ομοίους τον.
Μονάχα έτσι ανυψώνεται ο άνθρωπος σε υπεράνθρωπο, που έχει προορισμό να
εξαφανίσει όλους τους αδύνατους και μάλιστα χωρίς οίκτο και έλεος» .
(Απόσπασμα από τον «Υπεράνθρωπο» του Νίτσε).
|
καθώς το πνεύμα μου βυθιζόταν
μέσα στους κόσμους της άρνησης.
Το μεγάλο μηδέν έβλεπα πάντα σαν τέρμα
σε κάθε πορεία μου και την ψυχή μου
κατέθλιβε το άγχος της μάταιης ώρας.
Μα δεν μπορώ, Θεέ μου,
να κλείσω την πόρτα μου
στην αόρατη παρουσία σου.
Γιατί είναι τόσα πολλά
που μου μιλάνε για Σένα,
όλα αυτά που συνθέτουν
την αρμονία του σύμπαντος».
(Γιάννη Καμαρινάκη, «Δρόμοι της γης», 1966)