(Η διάλεξη του συγγραφέα –
ιστορικού Βλάση Γ. Ρασσιά στο Φιλοσοφικό Αθήναιο
«Εκατηβόλος», στις 8 Δεκεμβρίου 2012)
Η παρούσα ομιλία, που ξεκίνησε με δύο σημαντικές διατυπώσεις προοδευτικών διανοητών που χάσαμε πρόσφατα, αποσκοπεί στην αποστόμωση κάποιων από τους πολλούς υποδουλωτές των αδαών ανθρώπων μέσω της συστηματικής αντιστροφής της κοιωνικοϊστορικής αλήθειας. Αποσκοπεί στο να απαντήσει επιτέλους στις στρατιές απατεώνων, αλλοδαπών και ημεδαπών, οι οποίοι προσπαθούν αυθαίρετα και πονηρά να συσχετίσουν τον χιτλερικό Εθνικοσοσιαλισμό και τις σύγχρονες ιδεολογικές μιμήσεις του με έναν, απροσδιόριστο βεβαίως και γενικώς ειπείν, «Παγανισμό».
Χρησιμοποιήσαμε τον όρο «απατεώνες», γιατί αυτοί οι ίδιοι άνθρωποι και κύκλοι ανθρώπων ορίζουν επίσης ως «Παγανισμό» τις μη μονοθεϊστικές εθνικές θρησκείες και κουλτούρες της ανθρωπότητας, συμπεριλαμβανομένης και της εθνικής Ελληνικής, προκαλώντας μία απερίγραπτη σύγχυση, αφού τα προς τρίτο ίσα, όμοια και ίδια, δεν μπορεί παρά να είναι και μεταξύ τους ίσα, όμοια και ίδια. Συσχετίζοντας αυθαίρετα το στην πλειοψηφία των ανθρώπων ήδη απεχθές με τον όρο «Παγανισμός», κάνουν αυτομάτως και αυτόν τον ίδιο τον «Παγανισμό» απεχθή, καθώς και όσα αυτός σε θρησκευτικό και πολιτισμικό επίπεδο περικλείει. Προσποιούμενοι ότι δήθεν εχθρεύονται το απεχθές, ουσιαστικά συκοφαντούν αυτό που πραγματικά εχθρεύονται και δεν είναι άλλο από την φυσιολογική, διαλεκτική, πολυεστιακή και πολύτροπη μορφή της ανθρωπότητας, που αυτοί με ιδιαίτερο μίσος έχουν εδώ και δύο χιλιετίες πολεμήσει και προσπαθήσει να εξαφανίσουν από προσώπου γης.
Εθισμένοι στον συστηματικό εξευτελισμό της μνήμης των θυμάτων τους που έχουν ήδη ηττηθεί, αλλά ταυτόχρονα και παντελώς ανίκανοι ν’ αντέξουν στην ιδέα ότι κάποιοι από τα θύματά τους εξακολουθούν ακόμα και αντιστέκονται, οι οπαδοί της ομογενοποίησης των ανθρώπων, οι οπαδοί του μονοθεϊσμού, χρησιμοποιούν κάθε είδους συκοφαντία και αρνητικό ισχυρισμό. Στην υποτιθέμενη ειδωλολατρία, στα υποτιθέμενα όργια, στις υποτιθέμενες ανθρωποθυσίες, προστίθεται εδώ και κάποιες δεκαετίες και ο… ολοκληρωτισμός!
Ο ολοκληρωτισμός όμως σε κάθε μορφή του, είτε την μοναρχική είτε την μαύρη ή κόκκινη φασιστική, είναι δημιούργημα του μονοθεϊσμού, όπως πολύ σωστά επεσήμανε προ ολίγων ετών ο Γάλλος φιλόσοφος Μισέλ Ονφρέ (Michel Onfray, 1959 - ), αναφέροντας ότι ο ολοκληρωτισμός εισήχθη στην Ευρώπη με την ίδρυση του χριστιανικού κράτους του λεγόμενου «Μεγάλου» Κωνσταντίνου. Αντίθετα, δημιουργήματα του ευρωπαϊκού Πολυθεϊσμού, με πρώτο και κύριο τον Ελληνικό Πολυθεϊσμό, είναι η πολυαρχία και δημοκρατικότητα. Η πολυαρχία πάει χέρι – χέρι με την πολυθεϊα, τον «Παγανισμό» όπως την αποκαλούν κάποιοι, και αυτό άλλωστε το διατυμπάνιζαν οι ίδιοι οι χριστιανοί την εποχή που μόλις είχαν επικρατήσει. Κατ’ αυτούς, η δημοκρατία ήταν «πολίτευμα του Διαβόλου», «civitas diaboli», ο δε Ευσέβιος Καισαρείας μας ενημέρωνε ότι πρέπει να υπάρχει μόνον ένας Θεός στον ουρανό και μόνον ένας μονάρχης στην γη. Γι’ αυτό και η Δημοκρατία εξαφανίστηκε για όλους τους αιώνες της χριστιανικής πραγμάτωσης και επανήλθε μόνο μέσα από τις γκιλοτίνες των Ιακωβίνων, για αυτό και όλοι οι ολοκληρωτισμοί αγκαλιάστηκαν σφιχτότατα και αγαπητικότατα με την Εκκλησία. Ο πυρήνας αυτής εδώ της ομιλίας είναι το αυτονόητο υπό άλλες, κανονικότερες, συνθήκες, πως ο Ναζισμός, όπως και ο κάθε είδους ολοκληρωτισμός, είναι δημιούργημα του μονοθεϊσμού και ιδίως, στον μεγαλύτερο βαθμό, του Χριστιανισμού. Πολύ πριν αρχίσει κάποιος να σκέφτεται το πώς θα εξοντώσει τους διαφορετικούς από αυτόν, έχει εγκατεστημένα μέσα στο μυαλό του τα φρικτά μονοθεϊστικά στερεότυπα.
Όλοι οι φασισμοί θεμελιώθηκαν επάνω στην μονοθεϊστική αντίληψη των πραγμάτων. Όλοι οι φασισμοί υποστηρίχθησαν από το ιερατείο του Μονοθεϊσμού. Με την χριστιανική πλευρά του Μονοθεϊσμού συμμάχησε ο Μουσολίνι, με την ίδια ο Φράνκο, ο Χίτλερ, ακόμα και ο Στάλιν από ένα σημείο και έπειτα. Άλλες πλευρές του Μονοθεϊσμού ή και κοκταίηλ διαφόρων πλευρών του –μία από τις οποίες είναι και ο υποτιθέμενος αθεϊσμός, δηλαδή η τσουβαληδόν άρνηση του ιερού στοιχείου με δικαιολογία τον τύραννο «Θεό» της Βίβλου - θεμελίωσαν και στήριξαν άλλους ολοκληρωτισμούς, «κόκκινους», ισλαμικούς, κ.ο.κ.
Κι όμως, επειδή κάποιοι ολοκληρωτισμοί ιδιοποιήθησαν κάποια εξωτερικά σύμβολα του ηττημένου και ακόμα και σήμερα καταδιωκόμενου «Παγανισμού», οι ομόθρησκοί τους αντίπαλοί τους βγήκαν να τους παρουσιάσουν σαν… «παγανιστές». Και οι δύο δήθεν αντιμαχόμενες μονοθεϊστικές πλευρές, οι «κακοί του έργου» και οι τάχα καταγγέλλοντες τους «κακούς», πετυχαίνουν έτσι να συκοφαντείται στο μυαλό του αδαούς μέσου ανθρώπου ο κοινός αντίπαλος προς εξόντωση «Παγανισμός».
Από ένα μεγάλο εύρος ιστορικών στοιχείων επί του θέματος που έχει συγκεντρώσει ο ομιλών, θα αρκεστεί να χρησιμοποιήσει στην σημερινή ομιλία τα προερχόμενα κυρίως από ανθρώπους που επουδενί θα μπορούσαν να κατηγορηθούν ως «κόκκινοι» ή ως εργολάβοι κι επαγγελματίες του λεγόμενου «αντιφασισμού». Ο ένας είναι ο «αντιδιχοτομηστής», δηλαδή εναντιούμενος στο δίπολο «Δεξιά – Αριστερά», Γάλλος φιλόσοφος Αλαίν ντε Μπενουά (Alain de Benoist, 1943 - ), συγγραφέας το 1981 του βιβλίου «Το να είμαστε παγανιστές» («Comment peut-on être païen?»), που πολλοί μάλιστα εκ του μονοθεϊστικού στρατοπέδου τον συκοφάντησαν με κάθε χυδαιότητα, ακόμη και ως φασίστα, από μία συνέντευξη του οποίου στην αμερικανική επιθεώρηση «TYR Myth – Culture - Tradition» (τεύχος 2, 2003) θα αντλήσουμε στοιχεία, όπως και από ένα κείμενο του ζωγράφου, γλύπτη, μουσικού και συγγραφέα Μάρκους Βολφ (Markus Wolf) στο ίδιο τεύχος της ίδιας επιθεώρησης. Ο άλλος είναι ο Τζων Γιέοουελ (John Yeowell, 1918 - 2010) ή, σαξονικά, Stubba, ιδρυτής και επί δεκαετίες πρόεδρος του αγγλικής πολυθεϊστικής θρησκευτικής ένωσης «The Odinic Rite», πρώην στρατιωτικός και συγγραφέας το 1993 του βιβλίου «Ο Οντινισμός και ο Χριστιανισμός κάτω από το Τρίτο Ράϊχ» («Odinism and Christianity Under the Third Reich»).
Αντλώ επίσης από το εξαιρετικό βιβλίο «Το Άγιο Ραϊχ» («The Holy Reich: Nazi Conceptions of Christianity, 1919-1945») του καθηγητή Ιστορίας στο Πανεπιστήμιο του Κεντ και διευθυντή του Προγράμματος Εβραϊκών Σπουδών Ρίτσαρντ Στάϊγκμαν – Γκαλ (Richard Steigmann – Gall, 1965 - ), που αυτονόητα δεν θα είχε κανέναν απολύτως ενδοιασμό να επιτεθεί στον «Παγανισμό», εάν όντως ίσχυε ότι αυτός είχε κάποια σχέση με τους ναζί. Αντίθετα ο Στάϊγκμαν είναι κάτι περισσότερο από σαφής ότι ο χαρακτήρας του Ναζισμού ήταν καθαρά χριστιανικός.
Το 1920 λοιπόν, στην Γερμανία που μόλις την προηγούμενη χρονιά (1919) είχε προχωρήσει σε διαχωρισμό Κράτους – Εκκλησίας, ψηφίζεται στις 24 Φεβρουαρίου το επίσημο πρόγραμμα του γερμανικού Εθνικοσοσιαλιστικού Κόμματος (NSDAP), στο 24ο άρθρο του οποίου, σε προετοιμασία των από το 1925 έως τα μέσα της δεκαετίας του 1930 αμιγώς χριστιανοφασιστών «Γερμανών Χριστιανών» («Deutsche Christen») που θ’ αποτελέσουν τον θρησκευτικό βραχίονα του κόμματος, διακηρύσσεται η πίστη σε έναν «Θετικό Χριστιανισμό» («Positives Christentum»), δηλαδή σε έναν Χριστιανισμό «από-ιουδαϊσμένο όσο το δυνατόν περισσότερο», σε έναν Χριστιανισμό «που από πολιτικής πλευράς να μην αντιπολιτεύεται τον Ναζισμό». Ο ντε Μπενουά, σε συνέντευξή του στο περιοδικό «TYR Myth – Culture - Tradition» (τεύχος 2, 2003, σελ. 104) τονίζει: «ο μύθος ότι τάχα οι Ναζί ήσαν παγανιστές διατηρείται ζωντανός από συγκεκριμένους κύκλους, για πολύ εμφανείς λόγους προπαγάνδας… ο Ναζισμός είναι γνήσιο προϊόν του μοντερνισμού… ενώ με το σύνθημά του “Ein Volk, ein Reich, ein Führer”, αυτή την εμμονή στην έννοια του “ενός”, δεν είναι επίσης παρά ένας ξεκάθαρα πολιτικός “μονοθεϊσμός”. Γεννημένο στην Βαυαρία, δηλαδή σε μία κατεξοχήν ρωμαιοκαθολική περιοχή… το Ναζιστικό κόμμα εκκοσμίκευσε μέσα του τις καθολικές αντιλήψεις και βγήκε προς τα έξω με την μορφή μίας κανονικής Εκκλησίας, επικεφαλής της οποίας έστεκε ένας αλάνθαστος πάπας (ο Führer), και ακολουθούσαν ένας χρισμένος κλήρος (οι κομματικοί αξιωματούχοι) και μία ελίτ από επίλεκτους Ιησουϊτες (τα SS), με δογματικές αλήθειες, αφορισμούς και διωγμούς αιρετικών…»
Απέναντι στο Ναζιστικό Κόμμα, που από το 1922 έχει αρχίσει να καπηλεύεται άρδην διάφορα σύμβολα και ονόματα του προχριστιανικού γερμανικού πολιτισμού για να εξυπηρετήσει ωστόσο τις καθαρά «θετικοχριστιανικές» και αντισημιτικές θέσεις του, οι λίγες και ολιγομελείς αρχαιόθρησκες οργανώσεις της χώρας προσπαθούν από το 1923 απεγνωσμένα να περιφρουρήσουν τα όρια του χώρου τους. Από τα πρακτικά της 6ης ετήσιας Συνέλευσης («Althing») της «Γερμανικής Θρησκευτικής Κοινότητας» (Germanic Glaubens-Gemeinschaft - GGG) που έλαβε χώρα στο Βερολίνο το 1923, διαβάζουμε: «δίχως να θέλουμε να πριμοδοτήσουμε κανέναν και δίχως επίσης να βλάψουμε κανέναν, διεκδικούμε το δικαίωμα να είμαστε οι εαυτοί μας… γι’ αυτό ακριβώς δεν μας ενδιαφέρει ο αντισημιτισμός και δεν αντλούμε τον λόγο της ύπαρξής μας από μία αντιπάθεια για τους Εβραίους –όχι, είμαστε αρκετά σημαντικοί και άξιοι για να υπάρξουμε για τον εαυτό μας. Ούτε από την άλλη είμαστε θαυμαστές των Εβραίων ή προπαγανδιστές ξένων ηθών… θέλουμε απλώς την ευημερία του έθνους μας και τον αυτο-καθορισμό του μέλλοντός του, έναν αυτο-καθορισμό που αναδύεται εκ των έσω… με έναν ειρηνικό και οργανικό τρόπο, όπως μεγαλώνει και αναπτύσσεται χρόνο με τον χρόνο μία τυπική γερμανική βελανιδιά».
Το πολιτισμικό πλαίσιο στο οποίο συμβαίνουν όλα αυτά, είναι διαποτισμένο από ένα ισχυρότατο ρεύμα «φολκισμού» («völkische Bewegung»), στον οποίο βεβαίως οι Γερμανοί του μεσοπολέμου έχουν καταφύγει ως δραπέτευση από την εθνική, κοινωνική και οικονομική τους ταπείνωση μετά την ήττα τους στον Α Παγκόσμιο Πόλεμο. Ο «φολκισμός» εκείνος αναφερόταν σε ένα «Völkstum», δηλαδή μια λαϊκή ταυτότητα που όμως αναδύεται κύρια από την ράτσα: ο «Λαός» («Volk») του «φολκισμού» δεν έχει να κάνει τίποτε με το σώμα των πολιτών από το οποίο εκπηγάζουν οι εξουσίες, όπως όρισε η Γαλλική Επανάσταση, αλλά με μία ράτσα που αποκτά δυναμική συλλογική συνείδηση μέσα από την βιολογική της ταυτότητα, όχι από την πολιτική της συνειδητοποίηση ή τον εθνισμό της. Όπως ο ίδιος ο Χίτλερ θα πει αργότερα, «η συνείδηση του Völkstum δεν βασίζεται σε λόγια, αλλά στο αίμα».
Ισχυρή επιρροή στον όλο «φολκισμό» είχε μία γερμανοποιημένη εκδοχή της «Θεοσοφίας» της γνωστής Μαντάμ Μπλαβάτσκι (Helena Petrovna Blavatsky, 1831 - 1891), που κατέληξε να ονομάζεται «Αριοσοφία» («Ariosophie»). Ο Αυστριακός αποκρυφιστής και ρατσιστής, πρώην μοναχός Λανς φον Λήμπενφελς (Lanz von Liebenfels, 1874 – 1954) που εφηύρε τον όρο, θα χρησιμοποιεί παράλληλα και τους όρους «Θεοζωολογία» («Theozoologie») και (περισσότερο αποκαλυπτικά) «Αριο-Χριστιανισμός» («Ario-Christendom»). Στο βιβλίο του με τίτλο «Θεοζωολογία» (1905), ο φον Λήμπενφελς εισηγείτο με κάθε άνεση να στειρώνονται οι «κατώτερες ράτσες», που, κατ’ αυτόν, προέρχονται από συνουσία της Εύας με έναν δαίμονα!
Σε αυτό το αρρωστημένο περιβάλλον ιδεών, αναδύθηκε στο Μόναχο από τον Αύγουστο του 1918 και για ένα διάστημα 7 μόνον ετών (1918 – 1925) και η περιβόητη «Εταιρεία της Θούλης» («Thule-Gesellschaft», αρχικά εγγεγραμμένη ως «Studiengruppe für germanisches Altertum», «Ομάδα Μελέτης της Γερμανικής Αρχαιότητας»), μία τυπική ακροδεξιά μυστική πολιτική εταιρεία, προέκταση του αποκρυφιστικού, χριστιανικού, ρατσιστικού και πρωτο-φασιστικού «Τευτονικού Τάγματος» («Germanenorden») που είχε ιδρυθεί 6 χρόνια πριν, το 1912, στο Βερολίνο. Ονειρευόμενη την αποκατάσταση του «αψβουργικού μεγαλείου» (η μοναρχία των Αψβούργων ανατράπηκε τον Νοέμβριο του 1918 μετά από επανάσταση που μεθόδευσαν οι Αυστριακοί σοσιαλιστές), αντί για μελέτη της Γερμανικής Αρχαιότητας, η «Εταιρεία της Θούλης» αναλώθηκε κυρίως σε δράση αναχαίτισης των μαρξιστών, όπως λ.χ. σε σχέδια γι’ απαγωγή του ηγέτη του Κομμουνιστικού Κόμματος Κουρτ Άϊσνερ (Kurt Eisner), σε εμφύτευση πληροφοριοδοτών στις κομμουνιστικές οργανώσεις, σε συγκρότηση μιας παραστρατιωτικής ομάδας υπό την επωνυμία «Kampfbund Thule», σε μετάφραση και διακίνηση των περιβόητων «Πρωτόκολλων των Σοφών της Σιων» και άλλα ανάλογα. Η «Εταιρεία της Θούλης» διαλύθηκε τελικά μέσα σε μεγάλη εσωτερική γκρίνια για την αναποτελεσματικότητά της το 1925, αφού προηγουμένως είδε να περνούν από τις λίστες των μελών της πάμπολλα μετέπειτα στελέχη των Εθνικοσοσιαλιστών, όπως οι Άντον Ντρέξλερ, Καρλ Χάρερ, Ντήτριχ Έκαρτ, Ρούντολφ Ες, Άλφρεντ Ρόζενμπεργκ, Γιούλιους Στράϊχερ, Χανς Φρανκ και, φυσικά, Άντολφ Χίτλερ.
Όπως καταλαβαίνει ο οποιοσδήποτε έμφρων άνθρωπος, ο «φολκισμός» εκείνος των Γερμανών του μεσοπολέμου, ήταν βαθύτατα αντιδραστικός, ταυτόχρονα χριστιανικός, πρωτο-φασιστικός, εθνικιστικός και ρατσιστικός. Για να πάρουμε όμως μία γεύση και του τι συνέβαινε την ίδια εποχή στις υποτίθεται δημοκρατικές χώρες του μονοθεϊστικού κόσμου, καλό είναι ν’ αναφέρουμε σε αυτό το χρονικό σημείο ότι το 1924 στις ΗΠΑ, με την Πράξη «Indian Citizenship Act», δημιουργούνται ειδικά σχολεία για τα παιδιά των Ινδιάνων, που αποσκοπούν στο να τα αποκόψουν από τον παραδοσιακό τρόπο ζωής και να τα εκχριστιανίσουν. Όταν το Φυλετικό Συμβούλιο των Ινδιάνων Πουέμπλος, με σύνθημα «εμείς έχουμε θρησκεία», απαιτεί πλήρη θρησκευτική ελευθερία, οι χριστιανοί ιδρύουν σε αντιπερισπασμό την αντιοργάνωση «Προοδευτικοί Χριστιανοί Ινδιάνοι» που όμως δεν τυγχάνει αποδοχής και διαλύεται πολύ σύντομα. Το Συμβούλιο στέλνει ακολούθως επιστολή στον «επίτροπο επί των Ινδιανικών Σχέσεων» Τσαρλς Μπιούρκ (Charles Henry Burke, 1861 – 1944), με την οποία του γνωστοποιεί ότι η εθνική Θρησκεία των Ινδιάνων είναι πολύ πιο σημαντική από χρήματα, άλογα, γη ή ο,τιδήποτε άλλο μπορεί να τους προσφερθεί και αυτός, με την σειρά του, τους αποκαλεί «ημικτήνη» («half animals») και «άθλια ράτσα του Σατανά». Την επόμενη κιόλας χρονιά συλλαμβάνονται όλοι οι θρησκευτικοί ηγέτες των Πουέμπλος, και το «Γραφείο Ινδιάνικων Σχέσεων» («Bureau of Indian Affairs») δηλώνει επισήμως και με πολύ μεγάλη θρασύτητα, ότι η αντίσταση των Ινδιάνων υποδαυλίζεται από… «κομμουνιστικά χρήματα που προέρχονται από την Μόσχα» (…). Στην Ευρώπη τώρα, αυτή την ίδια χρονιά (1925) κατά την οποία η Εκκλησία καταδικάζει ως… «αιρετική και βλάσφημη» την Θεωρία της Εξέλιξης (κάτι που θα επαναλάβει και το έτος… 1968!), στο Βιτζενχάουζεν (Witzenhausen an der Werra), οι γερμανικές χριστιανικές και ιουδαϊκές οργανώσεις κινητοποιούνται και πετυχαίνουν να αποτραπεί η ανέγερση ενός Ναού της Εθνικής Θρησκείας, του πρώτου Ναού μετά την χριστιανική επικράτηση, από την προαναφερθείσα πολυθεϊστική οργάνωση «Γερμανική Θρησκευτική Κοινότητα» (GGG) της οποίας ηγούνται ο ζωγράφος και συγγραφέας Λούντβιχ Φάρενκρογκ (Ludwig Fahrenkrog, 1867 – 1952) και ο επίσης συγγραφέας Άντολφ Κρολ (Adolf Kroll).
Το 1927 ο πετυχημένος «völkisch» συγγραφέας, προτεστάντης χριστιανός και αφοσιωμένος ναζί Άρτουρ Ντίντερ (Artur Dinter, 1876 – 1948), προσπαθώντας να απαλλάξει τον Χριστιανισμό από την εβραϊκή του προέλευση ιδρύει την «Χριστιανική Θρησκευτική Κοινότητα του Αγίου Πνεύματος» («Geistchristliche Religionsgemeinschaft»), την οποία αργότερα, το 1934, έτος κατά το οποίο θα συγγράψει και το απίθανο βιβλίο «Ήταν ο Ιησούς Εβραίος;», θα μετωνομάσει σε «Γερμανική Λαϊκή Εκκλησία» («Deutsche Volkskirche»). Καθώς η «Πνευματική Χριστιανική Θρησκευτική Κοινότητα» του Ντίντερ απορρίπτει με βδελυγμία αλλά και πολλές βρισιές την «Παλαιά Διαθήκη», προκαλώντας τρομερή σύγχυση στους άλλους χριστιανούς πιστούς, ο ηπιότερα «θετικοχριστιανός» Χίτλερ καθαιρεί από «γκαουλάϊτερ» («Gauleiter», κομματικό αρχηγό) της Θουριγκίας τον Ντίντερ. Εξοργισμένος για το εν ψυχρώ «άδειασμά» του, ο τελευταίος αρχίζει να επιτίθεται προσωπικά στον Χίτλερ μέσα από το περιοδικό του «Χριστιανισμός του Αγίου Πνεύματος» («Das Geistchristentum»), αλλά τελικά το μόνο που καταφέρνει είναι να διαγραφεί την επόμενη χρονιά από το Εθνικοσοσιαλιστικό Κόμμα και αργότερα, στα τέλη της δεκαετίας του 1930 που οι ναζί θα είναι πια καθεστώς, να κυνηγηθεί άγρια από την μυστική αστυνομία «Γκεστάπο» («Geheime Staatspolizei»).
Την ίδια εποχή που οι Γερμανοί ναζί αναζητούν ακόμα και με εσωτερικές συγκρούσεις την καλύτερη γι’ αυτούς χριστιανική ταυτότητα, σε άλλες υποτίθεται δημοκρατικές αλλά χριστιανικές πάντα χώρες εκδηλώνονται έμπρακτα οι πιο άγριες ρατσιστικές και μισαλλόδοξες θέσεις, όπως λ.χ. στην Αυστραλία, όπου από το 1926 έως το 1929 οι χριστιανοί εξαπολύουν αλλεπάλληλα «κυνήγια αγρίων». Ενώ οι αιχμαλωτιζόμενοι Αβοριγήνοι αλυσοδένονται κατά δεκάδες, σφάζονται με μαχαίρια και τσεκούρια και τα κομμάτια τους ρίχνονται στην πυρά, ο Τζαίημς Χέρμπερτ Κουρλ (James Herbert Curle), στο «ευσεβές» βιβλίο του «Today & Tomorrow», γράφει κυνικά: «Η πρόοδος απέρριψε ήδη αυτό το είδος ανθρώπου και σίγουρα αυτή γνωρίζει πολύ καλά τι κάνει» (…).
Το 1931, για ν’ αντισταθούν στην ραγδαία άνοδο ενός ακραίου χριστιανικού (και ταυτοχρόνως ισόποσα αντι-παγανιστικού και αντι-εβραϊκού) ρεύματος με την βοήθεια του παραλλήλως ανερχόμενου στον πολιτικό χώρο Ναζιστικού κόμματος, οι διάσπαρτες θρησκευτικές και πολιτιστικές οργανώσεις των ολιγάριθμων Γερμανών πολυθεϊστών προσπαθούν να ενωθούν. Η «Γερμανική Θρησκευτική Κοινότητα» (GGG) και η «Κοινότητα της Θρησκείας των Βορείων Εθνών» («Nordische Glaubengemeinschaft») συμμετέχουν στην ίδρυση της «Ένωσης Εργαζόμενων της Θρησκείας των Βορείων Εθνών» («Nordisch – Religiöse Arbeitsgemeinschaft», NRAG) ως απάντηση στις πάμπολλες εθνικιστικές χριστιανικές ομάδες που ξεφυτρώνουν από άκρου σε άκρο της Γερμανίας (Markus Wolf, περιοδικό «TYR Myth – Culture - Tradition», τεύχος 2, 2003, σελ. 236 - 237).
Στις 30 Ιανουαρίου 1933 όμως, το Εθνικοσοσιαλιστικό Κόμμα («Nationalsozialistische Deutsche Arbeiterpartei», NSDAP) ανέρχεται στην εξουσία με την υποστήριξη του κόμματος των Καθολικών «Zentrum» του οποίου εκείνη την εποχή ηγείται ο κληρικός Λούντβιχ Κάας (Ludwig Kaas, 1881 – 1952), ενώ στις 23 Μαρτίου οι καθολικοί και οι ναζί ψηφίζουν από κοινού τον περιβόητο «Εξουσιοδοτικό Νόμο» («Ermächtigungsgesetz») που «κλειδώνει» την έκτοτε αμοιβαία υποστήριξή τους και εγκαινιάζει το λεγόμενο «Τρίτο Ράϊχ».
Έχοντας σε λίγο την απόλυτη εξουσία, ο Χίτλερ υπογράφει τον Ιούλιο «κονκορδάτο» (το γνωστό «Reichskonkordat») με τον Πάπα Πίο τον 12ο και δηλώνει ότι «η κυβέρνηση του Ράϊχ βλέπει στον Χριστιανισμό το ακλόνητο θεμέλιο των ηθών και της ηθικής του λαού μας» και. Αυτή την απεριόριστη στήριξη του Χίτλερ προς αυτήν, η Εκκλησία ανταποδίδει στις ψευτο-εκλογές της 12ης Νοεμβρίου 1933, υποστηρίζοντας την λεγόμενη «λίστα Χίτλερ» για τις βουλευτικές θέσεις στο Ράϊχσταγκ. Σε μία προεκλογική της αφίσα με τίτλο «Γιατί πρέπει ένας καθολικός να ψηφίσει υπέρ της κοινοβουλευτικής λίστας του Αδόλφου Χίτλερ;» απαντάει ανάμεσα σε άλλα: «γιατί η πίστη μας προστατεύεται... γιατί η δημόσια ηθική διατηρείται... γιατί το καθολικό φρόνημα δεν περιορίζεται πια... γιατί οι καθολικές θρησκευτικές, φιλανθρωπικές και πολιτιστικές οργανώσεις και σύλλογοι μπορούν ελεύθερα να λειτουργούν».
Ο «θετικοχριστιανός» Χίτλερ (του οποίου η κριτική για την Εκκλησία περιοριζόταν στην διαπίστωση ότι αυτή «είναι μακριά από το επιστημονικό πνεύμα» και «εκμεταλλεύεται την ανθρώπινη βλακεία», όπως καταδεικνύεται στο «Hitler’s Table Talk», Flamarion, 1952) εκφράζει, όπως και άλλοι χριστιανοί δικτάτορες της Ιστορίας, την ανοικτή εχθρότητά του προς κάθε, «διχαστικό» κατ’ αυτόν, αίτημα ανάδειξης η επαναφοράς θρησκευτικών στοιχείων της προχριστιανικής εποχής από τους διάφορους συλλόγους «παγανιστών» που υπήρχαν στην χώρα από τις αρχές του 20ου αιώνα: «διάφοροι ανεύθυνοι καθηγητές προπαγανδίζουν τις “νορδικές” Θρησκείες τους, μολύνοντας σχεδόν τα πάντα». Ακόμα και η δεξιά, τευτονολατρική, αντικομμουνιστική και αντιτεκτονική οργάνωση «Tannenbergbund», του αποχωρήσαντος ήδη από το 1928 από το Ναζιστικό Κόμμα στρατηγού Έριχ Λούντεντορφ (Erich Ludendorff) και της συζύγου του Μαθίλντε (Mathilde), τίθεται εκτός νόμου από το ναζιστικό καθεστώς μετά από 8 χρόνια δράσης, με την κατηγορία ότι έχει εκτραπεί σε... «παγανιστική» ! (περιοδικό «TYR Myth – Culture - Tradition», τεύχος 2, 2003, σελ. 105 - 106). Την ίδια χρονιά (1933) συλλαμβάνεται και ο Κουρτ Παίλκε (Kurt «Weishaar» Paehlke, 1875 - 1945), ιδρυτής προ 7ετίας (το έτος 1926) της «παγανιστικής» οργάνωσης «Ένωση των Γότθων» («Bund der Guoten»), κλείνεται για πάνω από έναν χρόνο σε στρατόπεδο συγκεντρώσεως, η οργάνωση τίθεται εκτός νόμου και η περιουσία της δημεύεται.
Οι ρουφιάνοι του καθεστώτος αναζητούν «φιλοπαγανιστές» ακόμη και ανάμεσα στα μέλη της «Νεολαίας του Χίτλερ» («Hitler-Jugend», HJ), της οποίας ο 26χρονος τότε αρχηγός Μπάλντουρ Μπένεντικτ φον Σίραχ (Baldur Benedikt von Schirach, 1907 – 1974), ένας γεννημένος από Αμερικανίδα μητέρα και αμερικανικής κουλτούρας αντι-εβραίος όσο και αντι-καθολικός προτεστάντης, που αργότερα θα γίνει μάλιστα και «γκαουλάϊτερ» (με την σημασία του κυβερνήτη πια) της Βιέννης, θα αισθανθεί την ανάγκη σε μια ομιλία του στο Braunschweig τον Δεκέμβριο του 1933 να διαβεβαιώσει το πλήθος ότι δεν είναι «παγανιστής» αλλά υποστηρικτής των θεμελίων του Χριστιανισμού. Όντως, οι ρωμαιοκαθολικοί κύκλοι είχαν φημολογήσει ότι δεν ήταν χριστιανός, επειδή ως προτεστάντης εμπόδιζε με κάθε τρόπο την διείσδυση τους μέσα στην «Νεολαία του Χίτλερ». Και για να σβήσει κάθε αμφιβολία, θα επαναλάβει αργότερα, σε άλλη ομιλία του προς τους Γερμανούς γονείς: «δεν έχω καμία απολύτως πρόθεση να ξανασηκώσω στα δάση της Γερμανίας οντινιστικούς βωμούς, ούτε να εισαγάγω στην νεολαία μας κανενός είδους λατρεία του Βόνταν, ούτε με οποιονδήποτε τρόπο να παραδώσω την νεαρή Γερμανία στους μαγικούς βωμούς του τσαρλατανισμού».
Εν τω μεταξύ, στην Ελλάδα, στις 24 Ιουνίου 1933, στο «επίσημον δελτίον της Εκκλησίας της Ελλάδος» που τιτλοφορείται «Εκκλησία», έχει δημοσιευθεί ένα επαίσχυντο φασιστικό κείμενο που υπογράφει ο μητροπολίτης Γόρτυνος και Μεγαλοπόλεως Πολύκαρπος (κατά κόσμον Γεώργιος Συνοδινός): «η ευθύνη των ιθυνόντων τας τύχας του κόσμου είναι μεγίστη και πρέπει ως τάχιστα να ληφθούν δραστικά μέτρα σωτηρίας, διότι η υπάρχουσα κατάστασις απειλεί την συντριβήν και τελείαν καταστροφήν εφόσον οι εχθροί της ευημερίας των λαών διαδίδουν ψευδείς αρχάς και διδασκαλίας, κομμουνιστικάς, δι’ ας δηλητηριάζονται οι λαοί και δη η νεότης. Από της καταστροφής εσώθησαν τα κράτη της Ιταλίας και τελευταίον της Γερμανίας διά της ανακηρύξεως δικτατοριών και περιορισμού της ελευθέρας ενεργείας των ανελευθέρων αθέων κομμουνιστών... Διά της πίστεως και της χάριτος του Θεού εκριζώνονται αι δυνάμεις της κακίας, συντρίβονται αι λεγεώνες του Σατανά». Στο ίδιο έντυπο υμνείται τον Οκτώβριο του ίδιου έτους η κατάργηση από το ναζιστικό καθεστώς της Γερμανίας τής από το 1919 προαιρετικής φύσης του μαθήματος Θρησκευτικών, ενώ στην Ιταλία, ήδη από τις 18 Μαρτίου, η Ρωμαιοκαθολική Εκκλησία έχει επαινέσει για μία ακόμα φορά το φασιστικό καθεστώς της Ιταλίας για την «ευσεβή» απόφασή του να εκδώσει γραμματόσημο με το Ευαγγέλιο.
Το 1934, στην απολύτως ναζιστική πλέον Γερμανία, το Υπουργείο Προπαγάνδας απαγορεύει μεγάλη έκθεση του ζωγράφου Λούντβιχ Φάρενκρογκ, ταυτόχρονα και ηγέτη όπως είδαμε της «Γερμανικής Θρησκευτικής Κοινότητας», ο οποίος προκλητικά αρνείται να χρησιμοποιεί στον γραπτό και προφορικό λόγο του την υποχρεωτική για όλους επωδό «Hail Hitler». Ως αιτιολογικό της απαγόρευσης παρουσιάζεται από τους λογοκριτές το ότι τάχα τα έργα του Φάρενκρογκ «δεν είναι σύμφωνα προς τα χριστιανικά ιδεώδη» (Markus Wolf, ως άνω, σελ. 237). Ο ζωγράφος επίσης Βόλφγκανγκ Βίλριχ (Wolfgang Willrich, 1897 – 1948, ο γνωστός «ζωγράφος του πολέμου») χάνει την δουλειά του στο Υπουργείο Πολιτισμού, επειδή είχε απλώς δημοσιεύσει έργα του σε έντυπα «παγανιστών».
Το 1935 απαγορεύονται από τα θετικοχριστιανικό ναζιστικό καθεστώς τα κάθε είδους βιβλία που αναφέρονται στους Ρούνους, όπως λ.χ. των «παγανιστών» Φρήντριχ Μπέρνχαρντ Μάρμπυ (Friedrich Bernhard Marby, 1882 - 1966, ιδρυτή της «Ένωσης για την μελέτη των Ρουνών», «Bund der Runenforschen»), Ζίγκφρηντ Άντολφ Κούμερ (Siegfried Adolf Kummer, γεν. 1899) κ.ά. (περιοδικό «TYR Myth – Culture - Tradition», τεύχος 2, 2003, σελ. 106). Στις 2 Δεκεμβρίου 1935, ένα έκτακτο διάταγμα της βαυαρικής μυστικής αστυνομίας «Γκεστάπο» θέτει εκτός νόμου τις διάφορες παγανιστικές ομάδες που προέρχονται από την προ διετίας διάλυση της οργάνωσης του Λούντεντορφ. Ενδιαφέρον σε αυτό το χρονικό σημείο είναι ν’ αναφέρουμε ότι στις 23 Δεκεμβρίου οι Ιταλοί φασίστες αρχίζουν να χρησιμοποιούν αέρια ενάντια στους Αιθίοπες μαχητές. Η επίθεση των φασιστών του Μουσολίνι κατά της Αβησσυνίας όχι μόνο «έχει υποστηριχθεί μανιωδώς» (κατά την διατύπωση του Karlheinz Deschner, 1924 - ) από την ρωμαιοκαθολική Εκκλησία, αλλά και έχει τροφοδοτηθεί κυρίως με το πολεμικό υλικό που κατασκεύαζαν τα τότε εργοστάσια πυρομαχικών, ιδιοκτησίας του Βατικανού.
Επίσης, στις υποτίθεται «δημοκρατικές» Η.Π.Α., οι χριστιανοί φονταμενταλιστές και οι πλουτοκράτες και τα εκδοτικά συγκροτήματα που τους στηρίζουν, εκφράζουν πια ανοικτά τον θαυμασμό τους για τους ευρωπαίους δικτάτορες Μουσολίνι και Χίτλερ, ενώ τον Απρίλιο του 1935 έχει ιδρυθεί από τον μεθοδιστή ιεροκήρυκα Αβραάμ Βερέϊντε (Abraham Vereide, 1886 - 1969), με την βοήθεια ισχυρότατων πολιτικών και οικονομικών παραγόντων αλλά και φασιστικών κύκλων, η χριστιανική οργάνωση «Οικογένεια» («The Family») σκοπός της οποίας είναι να κτυπηθεί «στο όνομα του Ιησού Χριστού» ο πολιτικός ριζοσπαστισμός και οι «δηλητηριώδεις» σοσιαλιστικές θεωρίες που απειλούν, κατά τον Βερέϊντε, «να διαλύσουν την ευσεβή και υγιέστατη» αμερικανική κοινωνία. Κατά τον Βερέϊντε, ο Χριστιανισμός είναι η θρησκεία για τους ισχυρούς και για εκείνους που ο Θεός προορίζει «να επικρατήσουν».
Τον Μάρτιο του 1936, ενώ εκκλησιαστικοί κύκλοι της Αυστρίας ζητούν να αρχίσει διωγμός κατά των Εβραίων, διώκονται στην Γερμανία από το ναζιστικό καθεστώς μερικοί χριστιανοί θεολόγοι που είχαν χαρακτηρίσει ως δίκαιο και εύλογο το αίτημα για αναβίωση της Εθνικής Θρησκείας, και υποχρεώνεται σε παραίτηση ο σανσκριτολόγος Γιάκομπ Βίλχελμ Χάουερ (Jakob Wilhelm Hauer, 1881 - 1962), πρόεδρος της προστεσταντικής χριστιανικής οργάνωσης - ομπρέλα «Γερμανικό Θρησκευτικό Κίνημα» («Deutsche Glaubensbewegung»), η μειοψηφούσα φιλικά διακείμενη προς τους «παγανιστές» πλευρά του οποίου θα δεχθεί σειρά άγριων επιθέσεων τα επόμενα χρόνια (περιοδικό «TYR Myth – Culture - Tradition», τεύχος 2, 2003, σελ. 106). Την ίδια επίσης χρονιά, συλλαμβάνεται και φυλακίζεται ο 37χρονος Ζίγκφρηντ Άντολφ Κούμερ, μελετητής των ρουνών και συγγραφέας του «Heilige Runenmacht» (1932) με διαταγή του ίδιου του αρχηγού των SS (Schutzstaffel, «Τάγμα Ασφαλείας») Χάϊνριχ Χίμλερ (Heinrich Luitpold Himmler, 1900 - 1945). Τα ίχνη του Κούμερ θα χαθούν έκτοτε και κανείς δεν θα μάθει ποτέ τίποτε για τις λεπτομέρειες του θανάτου του μέσα στις ναζιστικές φυλακές. Η «Γερμανική Θρησκευτική Κοινότητα» (GGG) γλιτώνει για την ώρα, λόγω κυρίως του κύρους του Φάρενκρογκ, με απαγόρευση όλων των δημόσιων εκδηλώσεών της.
Το 1937 γίνεται η τελευταία δημοσίευση, στην ναζιστική Γερμανία, ανοικτά «παγανιστικών» και «αντιχριστιανικών» σχεδίων, δια χειρός Βέρνερ Γκράουλ (Friedrich Hermann Werner Graul, 1905 – 1984) στην έκδοση «Ο Γολγοθάς των Βορείων» («Golgatha des Nordens») από τις εκδόσεις «Wölund Verlag» στο Έρφουρτ (Erfurt). Την ίδια χρονιά (1937), η τελευταία απόπειρα του ζεύγους Λούντεντορφ να συστήσει μία «παγανίζουσα» οργάνωση που να είναι ταυτόχρονα συμβατή με τις προδιαγραφές του καθεστώτος, αποτυγχάνει παταγωδώς, καθώς λίγους μόνον μήνες μετά την ίδρυσή της, η λεγόμενη «Ένωση για την κατανόηση των Γερμανικών Θεών» («Bund für Deutsche Götterkenntnis») θα τεθεί εκτός νόμου από το ναζιστικό καθεστώς. Προγενέστερα, τον Μάρτιο του 1937, ο Φρήντριχ Μπέρνχαρντ Μάρμπυ συλλαμβάνεται με την κατηγορία ότι «γελοιοποιεί την άγια κληρονομιά των Αρίων» (στην πραγματικότητα είχε στηλιτεύσει τον εθνικοσοσιαλιστικό αντισημιτισμό, με επιστολή του μάλιστα προς τον ίδιον τον Χίτλερ), καταδικάζεται σε ισόβια κάθειρξη και στέλνεται σε στρατόπεδα συγκεντρώσεως (συγκεκριμένα στα Welzheim, Dachau και Flossenburg, όπου θα περάσει 8 φρικτά χρόνια έως τις 29 Απριλίου 1945 οπότε και θα απελευθερωθεί από τα συμμαχικά στρατεύματα).
Σε στρατόπεδα συγκεντρώσεως θα καταλήξουν και πολλοί άλλοι «παγανιστές», όπως λ.χ. από τον Ιούλιο του 1938 (με τις κατηγορίες του «εχθρού του λαού» και της «μυστικής δράσης ενάντια στο κράτος και το κόμμα») ο Κουρτ Παίλκε, που, όπως είδαμε παραπάνω, είχε κλειστεί σε στρατόπεδο συγκεντρώσεως και το 1933 (αρχικά θα φυλακιστεί για 3,5 χρόνια στην κεντρική φυλακή του Stuhm της Δυτικής Πρωσίας και μετά θα σταλεί στο στρατόπεδο συγκεντρώσεως Ζαχσενχάουζεν (Sachsenhausen), όπου θα πεθάνει στις αρχές του 1945), ο ζωγράφος και θεατρικός συγγραφέας Ερνστ Βάχλερ (Heinrich Ernst Wachler, 1871 - 1945), μέλος της «Γερμανικής Θρησκευτικής Κοινότητας» και ιδρυτής της «Εταιρείας του Βόνταν» και του υπαίθριου θεάτρου «Harz Bergtheater», που θα πεθάνει στο στρατόπεδο Άουσβιτς τον Σεπτέμβριο του 1944, κ. ά. (περιοδικό «TYR Myth – Culture - Tradition», τεύχος 2, 2003, σελ. 106 - 107).
Γίνεται σαφές εδώ ότι η το μίσος του ιδιόρρυθμου «Θετικού Χριστιανισμού» που ενσάρκωσαν οι ναζί δεν περιοριζόταν μόνο κατά των Εβραίων, όπως οι άριστες «δημόσιες σχέσεις» των τελευταίων έχουν κάνει τον μέσο σύγχρονο άνθρωπο να νομίζει. Και οπωσδήποτε το εναντίον τους μίσος των ναζί κάθε άλλο παρά… «παγανιστική» προέλευση είχε. Ήταν ένα καθαρά χριστιανικό και χιλιαστικό μίσος, αντλημένο μέσα από την βαθύτατη δεξαμενή της μισαλλοδοξίας και της «αποκλειστικότητας», που εισήγαγε στην άτυχη ανθρωπότητα ο παράξενος «Θεός» των χριστιανών. Όπως άλλωστε ο ίδιος ο Χίτλερ είχε πει στον πάλαι ποτέ βουλευτικό «πρόεδρο» του Nαζιστικού Κόμματος Χέρμαν Ράουσνινγκ (Hermann Rauschning, αν βεβαίως είναι έγκυρες οι συζητήσεις που κατέγραψε ο τελευταίος) «δεν επιτρέπεται να υπάρχουν δύο εκλεκτοί λαοί και εμείς είμαστε ο εκλεκτός λαός. Αυτές οι λίγες λέξεις τα καθορίζουν όλα».
Με αφορμή αυτή την φράση τονίζει πολύ σωστά ο ντε Μπενουά: «μία ψυχωσική ιδέα σαν και αυτή είναι ολοφάνερα εντελώς ξένη προς το πνεύμα του Παγανισμού, μία ψυχωσική ιδέα που, κατά την γνώμη μου, επιτρέπει το να διωχθούν άνδρες και γυναίκες επειδή απλώς ανήκουν σε κάποιον λαό. Όμοια με τους ζηλόφθονους Θεούς του χριστιανικού και μουσουλμανικού Μονοθεϊσμού, ο ρατσισμός εξαγγέλλει έναν ολοκληρωτισμό, έγραψε ο Φρανσουά Περρέν (Francois Perrin), κάτι που φυσικά ποτέ δεν έκανε ο Παγανισμός. Κάτι ανάλογο έγραψε και ο Κριστοφέρ Ζεράρ (Christopher Gérard) στην επιθεώρηση “Antaios”, ότι δηλαδή αυτό που φταίει πραγματικά είναι εκείνο που οι Έλληνες, αυτοί οι πνευματικοί μας καθοδηγητές, απεκάλεσαν Ύβρη… της οποίας τα πιο φρικτά σύγχρονα παραδείγματα είναι όλες εκείνες οι περιπτώσεις των ολοκληρωτισμών του καιρού μας, που προσπάθησαν ν’ αλλάξουν τον “Aνθρωπο” και το μόνο που πέτυχαν ήταν να τον εξευτελίσουν απολύτως» (ως άνω, σελ. 109).
Για να επιστρέψουμε στην ιστορική μας αφήγηση, το 1938 απαγορεύεται στην «Γερμανική Θρησκευτική Κοινότητα» (GGG) να χρησιμοποιεί το σύμβολο της σβάστικας, το οποίο η οργάνωση χρησιμοποιούσε ήδη από το 1908, και, λίγους μήνες μετά, το καθεστωτικό όργανο «Der Stürmer» αποφαίνεται με πηχιαίο τίτλο του ότι «οι παγανιστές και οι Εβραίοι εξυπηρετούν τα ίδια συμφέροντα» (…). Μετά από μία σύντομη αλλά έντονη αντι-παγανιστική προπαγάνδα, οι ναζί εξαπολύουν μεγάλο διωγμό εναντίον όλων όσων εξακολουθούν να προπαγανδίζουν επιστροφή στην αρχαία Θρησκεία, με αποτέλεσμα έως το 1941 όλες οι αρχαιολατρικές και παγανιστικές οργανώσεις να έχουν διαλυθεί και οι αρχηγοί τους συλληφθεί και φυλακισθεί (περιοδικό «TYR Myth – Culture - Tradition», τεύχος 2, 2003, σελ. 106 - 107) ή στερηθεί κάθε τρόπου να διαδώσουν τις ιδέες τους.
Σε ομιλία του Χίτλερ που θα γίνει στις 14 Οκτωβρίου 1941, ο αρχηγός των ναζιστών θα εξηγήσει αρκούντως την αποστροφή του για την παγανιστική αρχαιότητα, αναπτύσσοντας παράλληλα της τελικές ναζιστικές θέσεις που σε τίποτε δεν διαφέρουν από τον μυωπικό επιστημονισμό και τυπικό μοντερνισμό που όλοι γνωρίζουμε και βλέπουμε παντού τριγύρω μας τις τελευταίες δεκαετίες. Τα παρακάτω λόγια του θετικοχριστιανού Χίτλερ θα μπορούσε να εκστομίσει ο οποιοσδήποτε από τους αμέτρητους μονοθεϊστές «επιστήμονες» της εποχής μας, που επιφανειακά δείχνουν να εκστασιάζονται τάχα μπροστά στην Λογική, αλλά από την άλλη περιφρονούν ανοικτά τον προχριστιανικό Πολιτισμό, τμήμα του οποίου ήταν και εκείνο που ανέδειξε αυτές ακριβώς τις έννοιες της Επιστήμης και της Λογικής, και επίσης πολύ συχνά δεν έχουν αρκετούς ενδοιασμούς να προσφεύγουν, στην προσωπική τους τουλάχιστον ζωή, στο παράλογο «Θείο» των χριστιανών: «Ο άνθρωπος, περιορισμένος από ένα δεισιδαιμονικό παρελθόν, φοβάται τα πράγματα που δεν μπορεί ή δεν μπορεί τουλάχιστον για την ώρα να ερμηνεύσει, με άλλα λόγια φοβάται το άγνωστο. Δεν θα μπορούσα να ικανοποιήσω με το πρόγραμμα του κόμματος, εκείνους που θεωρούν ότι υπάρχει πραγματική ανάγκη για το μεταφυσικό. Οι καιροί θα προχωρήσουν, έως την εποχή που η επιστήμη θα απαντήσει όλες τις ερωτήσεις… και ο Χριστιανισμός θα παρακμάζει ταχύτατα όσο παραμένει σκαλωμένος σε δόγματα… Από την άλλη τίποτε δεν θα ήταν πιο ηλίθιο κατ’ εμένα από το να αναστήσει κανείς την λατρεία του Βόνταν. Η αρχαία μας μυθολογία έχασε κάθε αξία άπαξ και ο Χριστιανισμός ρίζωσε στην Γερμανία. Ό,τι πεθαίνει, προηγουμένως είναι ετοιμοθάνατο» (ως άνω, σελ. 108).
«Θρησκεία μας είναι μόνον ο Χριστός», τόνιζε ξανά και ξανά ο πολύς Χανς Σεμ (Hans Schemm, 1891 – 1935), ιδρυτής και αρχηγός της «Εθνικοσοσιαλιστικής Ένωσης Εκπαιδευτικών» («Nationalsozialistische Lehrerbund», NSLB) και «γκαουλάϊτερ» του Μπάϋραουτ της Βαυαρίας, που τελειώνει όλες τις ομιλίες του με τον αποδιδόμενο στον ίδιο τον Λούθηρο πολεμικό ύμνο των προτεσταντών χριστιανών «Θεός το Φρούριον Ημών».
Στο γνωστό βιβλίο του «Ο μύθος του 20ου αιώνα» («Mythus des XX Jahrhunderts», που πούλησε 1.000.000 αντίτυπα κατά την περίοδο του «Τρίτου Ράϊχ») και συγκεκριμένα στο κεφάλαιο 7, ο λουθηρανός χριστιανός Ρόζεμπεργκ είναι περισσότερο από σαφής σχετικά με ποια είναι η προσέγγιση της αρχαίας Γερμανικής Θρησκείας από τους ναζί. Ο πραγματικός Θεός Βόνταν είναι, κατά τον Ρόζεμπεργκ, νεκρός και το Πάνθεον του Γερμανικού Πολυθεϊσμού ένα ξεπερασμένο σχήμα του ανθρώπινου μυαλού όταν αυτό ήταν υποτίθεται υπόδουλο στους... «φυσικούς συμβολισμούς». Για τον Ρόζεμπεργκ, που στο βιβλίο του αναφέρει επαινετικά περισσότερες από 100 φορές τον Ιησού και 45 φορές τον Λούθηρο, ο Θεός Βόνταν δεν «σκοτώθηκε» από τον εκχριστιανιστή Βονιφάτιο, αλλά «πέθανε από μόνος του», ολοκληρώνοντας την, υποτιθέμενη για όλους τους χριστιανούς, «παρακμή» των θεοτήτων της «μυθολογικής εποχής». Ο Βόνταν που θέλει ο Ρόζεμπεργκ δεν είναι παρά η... «αιώνια εικόνα» των, κατ' αυτόν, «πρωτογενών πνευματικών δυνάμεων του Βόρειου ανθρώπου», που ενσαρκώθηκαν σε ανθρώπους σαν Μεγάλο Φρειδερείκο ή τον Βίσμαρκ! Ο Ρόζεμπεργκ είχε τόση σχέση με τον Θεό Βόνταν όση είχαν και οι Ελληνοχριστιανοί ημεδαποί δικτάτορες των χρόνων 1967 - 1974 με τον Θεό Δία.
Άφησα για το τέλος την περιεκτικότατη παραδοχή του μάστορα της ναζιστικής προπαγάνδας Γιόζεφ Γκαίμπελς (Paul Joseph Goebbels, 1897 – 1945) μέσα στο αυτοβιογραφικό διήγημά του «Μιχαήλ» («Michael», 1929): «Ο αγώνας που διεξάγουμε τώρα μέχρι την νίκη ή το πικρό τέλος είναι, στην βαθιά του διάσταση, ένας αγώνας ανάμεσα στον Μαρξ και τον Ιησού Χριστό».
Μετά από όλα αυτά, κλείνει κάθε συζήτηση για την θρησκευτική ταυτότητα του Ναζισμού. Το 1942, ο προκαθήμενος της «Γερμανικής Επισκοπικής Συνόδου» καρδινάλιος Αδόλφος Μπέρτραμ (Adolf Bertram, 1859 - 1945) θα διαβεβαιώνει τον Χίτλερ για θεόθεν υποστήριξη με τα λόγια: «Εξοχότατε Φύρερ και καγκελάριε, όλοι οι επίσκοποι προσεύχονται για νέες επιτυχίες σε αυτόν τον φλογερό πόλεμο» (Σιμόπουλος, «Ξενοκρατία…», σελ. 270, αντλώντας από τον Deschner).
Χριστιανοί και μάλιστα πωρωμένοι ήσαν οι ναζί, με εξαίρεση ίσως κάποιους, ελάχιστους, άθεους και αγνωστικιστές -σαν λ.χ. τον Μάρτιν Μπόρμαν (Martin Bormann, 1900 – 1945), ο οποίος δήλωσε σε ομιλία του το 1942 ότι αποκαλεί «Θεό» την «δύναμη που κινεί τα σώματα στο σύμπαν»- και ακόμα ελαχιστότερους ονειροπολούντες την αρχαία Θρησκεία του έθνους τους, που ούτε καν ως τέτοια δεν μπορούσαν να την προσεγγίσουν, παρά μόνον ως «μυθολογία». Απλώς κοινή πίκρα όλων τους, ήταν ότι ο εβραϊκής προέλευσης Χριστιανισμός δεν μπορούσε να αρμόζει σε «Άριους» και γι’ αυτό έπρεπε, με κάθε τρόπο, από αριστοτεχνικό έως γελοίο, να... «αριοποιηθεί». Εκεί εξαντλήθηκαν λοιπόν το ενδιαφέρον και οι ενέργειές τους.
Στο βιβλίο του, ο Ρίτσαρντ Στάϊγκμαν κλείνει κάθε περιθώριο για επί του αντιθέτου σπέκουλα από τους προαναφερθέντες, απατεώνες και αντιστροφείς της ιστορικής αλήθειας: εάν οι ναζί ήθελαν να επαναφέρουν στην Γερμανία τον παλαιό Παγανισμό ή να επιβάλουν έναν καινούργιο, δικό τους, είχαν την απόλυτη δυνατότητα να το κάνουν. Και μάλιστα δίχως την παραμικρή αντίσταση, ή έστω διαμαρτυρία. Όχι μόνο δεν το έπραξαν όμως, αλλ' αντιθέτως ισχυροποίησαν τον Χριστιανισμό και επανέφεραν τις χριστιανικές πρακτικές περασμένων αιώνων με μεθοδευμένη εξόντωση των υποτιθέμενων «αντίχριστων» φυλών (δηλαδή των Γύφτων και των Εβραίων). Ο ίδιος ο Χίτλερ άλλωστε είχε δηλώσει εξαρχής, στις 27 Οκτωβρίου 1928, ότι «δεν ανεχόμαστε στις τάξεις μας κανέναν που να επιτίθεται τις ιδέες του Χριστιανισμού. Το κίνημά μας είναι χριστιανικό», ενώ δύο χρόνια πριν, στις 25 Δεκεμβρίου 1926, είχε ισχυριστεί πως τάχα ήλθε στον κόσμο με αποστολή να ολοκληρώσει το έργο του Ιησού Χριστού! («Ο Χριστός ήταν ο πρώτος και σημαντικότερος πολεμιστής στην μάχη εναντίον του εχθρού της ανθρωπότητας, των Εβραίων. Το έργο του Χριστού άρχισε αλλά δεν στάθηκε δυνατόν να ολοκληρωθεί. Εγώ θα το ολοκληρώσω», βλ. John Willard Toland, «Αδόλφος Χίτλερ: Η Οριστική Βιογραφία» («Adolf Hitler: Τhe Definitive Biography»), Doubleday, 1976, σελ. 222).
Στα τελευταία κουρέλια της επιχειρηματολογίας των γνωστών και ήδη αναφερθέντων, απατεώνων και αντιστροφέων της ιστορικής αλήθειας, που προσπαθούν να συσχετίσουν τον Ναζισμό με τον «Παγανισμό», περιλαμβάνεται και η συγκατάβαση ότι ναι μεν δεν ήσαν «παγανιστές» οι ναζί, είχαν όμως σε πολλές περιπτώσεις επιδείξει ένα σκληρό αντικληρικαλιστικό πνεύμα, το οποίο μάλιστα το 1937 προκάλεσε, και είναι αλήθεια, τις διαμαρτυρίες των ρωμαιοκαθολικών επισκόπων και την παπική εγκύκλιο «Mit brennender Sorge» («Με πύρινη λύπη»), η οποία εγκαινίασε ιστορικά το γελοίο κατηγορητήριο για «Παγανισμό» και «πανθεϊστική σύγχυση» κατά των χιτλερικών και τρόπον τινά απετέλεσε το οριστικό διαζύγιο της παποσύνης της εποχής (που την αποκαλούσαν «παποσύνη του Φασισμού») με τους πρώην συνεργάτες της, οι οποίοι βεβαίως από την πλευρά τους είδαν την συγκεκριμένη εγκύκλιο ως ένα «κάλεσμα σε πόλεμο κατά του Τρίτου Ράϊχ».
Γι’ αυτό και χρησιμοποίησα παραπάνω τον όρο «κουρέλια»: αντικληρικαλισμό ασκεί ΚΑΘΕ καθεστώς, ασχέτως στίγματος και προθέσεων, που απλώς δεν θέλει να έχει την εκκλησιαστική εξουσία ανώτερη της πολιτικής. Αντικληρικαλισμό είχε ασκήσει αρχικά στην Ρωσία και ο Μπολσεβικισμός, ο οποίος όμως στις αρχές της δεκαετίας του 1940 έδωσε βεβαίως κανονικά γη και ύδωρ στην Ορθόδοξη Εκκλησία. Ο σπουδαγμένος σε εκκλησιαστικό σχολείο γεωργιανός σοβιετικός δικτάτορας Ιωσήφ Βισαριόνοβιτς Τζουγκασβίλι (Ioseb Besarionis dze Jughashvili, 1878 – 1953) ή «Στάλιν» («Ατσάλινος») δίνει από το 1941 πλήρη ελευθερία και απίθανα μεγάλα ποσά στους ορθόδοξους θεοκράτες για να ξαναστήσουν από την αρχή την προεπαναστατική παντοδυναμία τους και μάλιστα σε κάποια στιγμή θα κόψει και ειδικό μετάλλιο, στο οποίο οι σοβιετικοί θα «παντρεύουν» τον σταυρό με το σφυροδρέπανο: «ιερείς και επίσκοποι ενθαρρύνουν τώρα το ποίμνιό τους να τηρεί την πίστη του στον Θεό και τον Στάλιν, ενώ οι εκκλησίες δεν επαρκούν για να χωρέσουν τα τεράστια πλήθη... Το τελικό προϊόν θα είναι ένα ιδιόρρυθμο αμάλγαμα παραδοσιακής Χριστιανοσύνης και σοσιαλιστικής θρησκευτικότητας», γράφει ο γνωστός ιστορικός του Β Παγκοσμίου Πολέμου Ρίτσαρντ Όβερυ (Richard James Overy, 1947 - ). Το τελικό προϊόν εκείνης της άγαρμπης συνένωσης των δύο φαινομενικά διαφορετικών μεταξύ τους μορφών μονοθεϊσμού είναι αυτό το τρομακτικό πράγμα που στην Ρωσία των ημερών μας αυτο-ορίζεται ως «Εθνικομπολσεβικισμός», με όλες τις παρακρουσιακές ορθόδοξες χριστιανικές πτυχές του.
Τον μύθο για τον δήθεν «Παγανισμό» των κατά συντρηπτική πλειοψηφία μονοθεϊστών (προστεσταντών, ρωμαιοκαθολικών, αποκρυφιστών) και κατά μικρομειοψηφία αθέων λάτρεων του «βόρειου γονιδίου» Εθνικοσοσιαλιστών, οι ομόθρησκοί τους πολιτικοί τους αντίπαλοι, τον στήριξαν στις βρισιές της θυμωμένης παποσύνης του 1937 κατά των πρώην συνεργατών της και στην υιοθέτηση από ελάχιστα μόνον στελέχη των Εθνικοσοσιαλιστών των θεωριών ενός ψυχοπαθούς αποκρυφιστή, του Αυστριακού αριοσοφιστή Καρλ Βίλιγκουτ (Karl Maria Wiligut, 1866 – 1946), που φυσικά καμία απολύτως σχέση δεν είχε με τον Πολυθεϊσμό και την προχριστιανική Θρησκεία των Γερμανών.
Ο Βίλιγκουτ ανήκε από το 1932 στην ιδρυθείσα το 1921 οργάνωση «Βόρεια Εταιρεία» («Nordische Gesellschaft»), η οποία από το 1933, όταν οι ναζί πήραν την εξουσία, πέρασε στον απόλυτο έλεγχο των περιβόητων Άλφρεντ Ρόζενμπεργκ και Χάϊνριχ Χίμλερ, στους οποίους αναφερθήκαμε και παραπάνω. Το 1940, τότε δηλαδή που οι Γερμανοί «παγανιστές», όπως είδαμε παραπάνω, είτε είχαν φιμωθεί, είτε ήσαν κρατούμενοι στα στρατόπεδα συγκεντρώσεως, η «Βόρεια Εταιρεία» ευημερούσε, αριθμώντας 40 τοπικά παραρτήματα, εξαπλωμένα σε όλη σχεδόν την Γερμανία και την Αυστρία.
Εστιασμένη σε μία καθαρά μονοθεϊστική (με πρότυπο την εποχή του «Χανσεατικού Συνδέσμου», «Liga Hanseatica», «Hansa Teutonica», 1356 – περ. 1700) τευτονο-σκανδιναβική μεγαλομανία με σποραδικές δόσεις αποκρυφισμού, η «Βόρεια Εταιρεία» εξέδιδε από το 1935 και έως τον Οκτώβριο του 1944 το περιοδικό «Βόρειοι» («Der Norden») με μέση κυκλοφορία 6.000 αντίτυπα, ενώ παράλληλα κυκλοφορούσε και την εβδομαδιαία εφημερίδα «Βόρεια Υπηρεσία Τύπου» («Pressedienst Nord»), που από 3.000 φύλλα το 1940 στις αρχές του 1945 είχε φθάσει τα 10.000 αντίτυπα.
Το μεγαλομανιακό στίγμα της «Βόρειας Εταιρείας», δεν ήταν παρά μια συλλογικοποίηση του μεγαλομανιακού στίγματος του ίδιου του Βίλιγκουτ. Από τις 29 Νοεμβρίου 1924 και έως το 1927, με διαταγή ενός δικαστηρίου του Σάλτσμπουργκ, ο Βίλιγκουτ είχε κλειστεί σε άσυλο φρενοβλαβών της ίδιας πόλης, λόγω των συνεχών απειλών του κατά της ζωής της συζύγου του, αλλά και των αποκρυφιστικών παραληρημάτων του, τα οποία, μετά από ψυχιατρική εξέταση, είχαν οδηγήσει σε διάγνωση σχιζοφρένειας και μεγαλομανίας. Το 1932 ωστόσο, εγκατέλειψε οριστικά την οικογένειά του και εγκαταστάθηκε στην Γερμανία, και συγκεκριμένα στο προάστειο Bogenhausen του Μονάχου της Βαυαρίας, όπου απέκτησε αρκετούς οπαδούς των τρελών θεωριών του, κυρίως αριοσοφιστές προερχόμενους από το λεγόμενο «Τάγμα των Νέων Ναϊτών» («Ordo Novi Templi»), με το οποίο σχετιζόταν ήδη από το 1908, 16 χρόνια πριν διαγνωσθεί η ψυχασθένειά του και κλειστεί στο άσυλο. Ανάμεσα στους θαυμαστές του ήταν και ο εθνικιστής και φανατικός χριστιανός Αυστριακός πολιτικός Ερνστ Ρούντιγκερ Στάρχεμπεργκ (Ernst Rüdiger Camillo Starhemberg, 1899 – 1956), αρχηγός εκείνη την εποχή του περιβόητου «Χριστιανικού Κοινωνικού Κόμματος» («Christlichsoziale Partei», CS).
Τελικά, σε μια σύναξη της «Βόρειας Εταιρείας» τον Σεπτέμβριο του 1933, ο Βίλιγκουτ γνωρίστηκε με τον επίσης αποκρυφιστή αρχηγό των Ες – Ες Χάϊνριχ Χίμλερ, μπήκε στην οργάνωση με το ψευδώνυμο «Weisthor», ως επικεφαλής του «Τμήματος Προ- και Πρωτο-Ιστορίας» και την άνοιξη του 1935 μετακόμισε στο Βερολίνο, σε μία βίλα στην Kaspar Theyss Str. 33, ως προσωπικός πνευματικός μέντορας του Χίμλερ και μετά από λίγο, το καλοκαίρι του 1935, πνευματικός μέντορας ολόκληρου του «Ανενέρμπε» («Ahnenerbe – SS»), του ερευνητικού τομέα των Ες Ες για ανασκευή της πολιτιστικής Ιστορίας των Γερμανών. Ως μέντορας του Χίμλερ, συνεισέφερε τις ιδέες του στην μετατροπή του κάστρου Βέβελσμπουργκ (Wewelsburg) της Βεστφαλίας, το οποίο είχε δοθεί στους Ες Ες, σε υποτιθέμενο… «κέντρο του κόσμου» και σχεδίασε το περιβόητο μυητικό δαχτυλίδι με την νεκροκεφαλή (το «Totenkopfring»), καθώς και διάφορα άλλα αντικείμενα για τις εφευρημένες τελετές του αποκρυφιστικού αυτού τάγματος.
Το αποκρυφιστικό οργανωμένο παραλήρημα του Βίλιγκουτ, όχι μόνο δεν έχει σχέση με οποιασδήποτε μορφής «Παγανισμό», αλλά, τουναντίον, είναι απολύτως εχθρικό προς την οντινιστική πολυθεϊα, όπως έχει επισημάνει και ο Άντολφ Σλέϊπφερ (Adolf Schleipfer, 1947 - ) στο κείμενό του «Η σάγκα του Βίλιγκουτ» στο περιοδικό «Irminsul», τεύχος 5, 1982. Το αποκρυφιστικό παραλήρημα του Βίλιγκουτ, που στο τέλος κατέληξε να είναι η «εσωτερική διδασκαλία» των «μονοθεϊστών του γονιδίου του Θεού» και κατ’ ουσίαν αθέων Ες Ες, παρ’ όλο που η πλειοψηφία τους αυτο-οριζόταν θρησκευτικά ως «Gottesgelaubich» δηλαδή «πιστεύοντες στον Θεό», συνοψίζεται μέσες – άκρες στο ότι ο Βίλιγκουτ κατείχε «μυστική γνώση» που προερχόταν από την προϊστορία και «με ειδικές ψυχικές δυνάμεις» μπορούσε και συνδεόταν με τις «κυτταρικές μνήμες» των Γερμανών προγόνων που έζησαν πολλές χιλιάδες χρόνια πριν.
Με τις «ειδικές του ψυχικές δυνάμεις», ο Βίλιγκουτ «ήξερε» τάχα ότι η Βίβλος στην πραγματικότητα είχε γραφεί στα… γερμανικά, καθώς επίσης και ότι ο Χριστός δεν ήταν Εβραίος αλλά μια υποτιθέμενη θεότητα των Γερμανών της απώτατης αρχαιότητας (με αρχή της λατρείας της το 12.500 π.α.χ.χ.) που λεγόταν «Krist», το όνομα της οποίας επίσης υποτίθεται πως ιδιοποιήθηκαν οι, στο σύνολό τους Εβραίοι, πρωτο-χριστιανοί. «Ήξερε» τάχα επίσης ότι η Ιστορία των Γερμανών, που ήσαν απόγονοι των Ατλάντων, είχε βάθος τουλάχιστον 228.000 ετών (!), σε χρόνους που υποτίθεται πως υπήρχαν στον ουρανό 3 ήλιοι και επί της γης κατοικούσαν γίγαντες, ξωτικά και άλλα ανάλογα όντα, καθώς και ότι τάχα η πραγματική Θρησκεία των Βορείων δεν ήταν η κανονική πολυθεϊστική λατρεία του Βόνταν και των άλλων Θεών του «Άσγκαρντ», αλλά ο υποτιθέμενος «Ιρμινισμός» («Irminenschaft» ή «Irminenreligion», από το Δέντρο της Ζωής και Κολώνα του Κόσμου «Ίρμινσουλ», το οποίο, κατ’ αυτόν, μπορούσε να παραπέμψει στον περιπόθητο μονοθεϊσμό). Κατά τον Βίλιγκουτ, οι πολυθεϊστές λάτρεις του Βόνταν και των άλλων Θεών του «Άσγκαρντ» δεν ήσαν παρά «διαβολικοί σχισματικοί», που υποτίθεται ότι απομάκρυναν τον λαό των Γερμανών από την πίστη στον «έναν και πραγματικό» «Θεό» και γύρω στο 1.200 π.α.χ.χ., όταν ο σβησμένος ήλιος των «Ιρμινιστών» (ο «Μαύρος Ήλιος») ήταν ακόμα ορατός στον ουρανό, κατέστρεψαν με την βία τα λατρευτικά κέντρα του «Ιρμινισμού» και επέβαλαν τον «κακό» Πολυθεϊσμό τους. Για την πίστη σε αυτόν τον «ένα και πραγματικό» «Θεό» του Βίλιγκουτ και των Ες Ες θρηνεί ο ίδιος, με το ψευδώνυμο «Jarl Widar», σε ένα ποίημά του με τίτλο «Ψίθυρος του Θεού» (αναδημοσιεύθηκε στο βιβλίο του Stephen E. Flowers, «The Secret King: Karl Maria Wiligut, Himmler’s Lord of the Runes», Waterbury VT, 2001, σελ. 62): «…έτσι λοιπόν οι καταπιεστές μας εφηύραν για εμάς τους υποτιθέμενους θεούς / και μας στέρησαν όσα οι πρόγονοι μας κληροδότησαν / καθώς και τον Θεό και Κύριό μας…».
Όπως γνωρίζετε, πάμπολλες ανάλογες μπούρδες –και είναι επιεικής ο όρος- έχουν διοχετευθεί και στην χώρα μας τις τελευταίες δύο δεκαετίες, από κύκλους που επιδοτούν εκείνοι, και δεν είναι λίγοι, που ανησυχούν πολύ μήπως απελευθερωθεί κάποια στιγμή το Ελληνικό Έθνος και παλινορθωθεί η Ελληνική Εθνική Θρησκεία. Κόντρα λοιπόν στον δικό μας αγώνα για παλινόρθωση της πραγματικής, πολυθεϊστικής Ελληνικής Εθνικής Θρησκείας, έχουν υψώσει ένα ογκωδέστατο τείχος γελοίων πλην όμως αρεστών στην χριστιανική και αποβλακωμένη μεγάλη μάζα του λαού θεωριών για υποτιθέμενο «προκατακλυσμιαίο» μονοθεϊσμό, για Έλληνες Χριστούς, για μυστικές ομάδες «Έψιλον», για κατάργηση της Παλαιάς μόνον Διαθήκης, για «απολλώνιες» και «ηλιακές» μυσταγωγίες της Ορθοδοξίας, για εξωγήϊνο DNA, για «πύλες», για «κούφια γη», για «ελοχείμ», και πάει λέγοντας, ενώ τα επιδοτούμενα φερέφωνα έχουν ουκ ολίγες φορές εξαπολύσει άγριες πολεμικές εναντίον του Ελληνικού Πολυθεϊσμού και ανωνύμως, τόσο αυτοί όσο και οι χριστιανοί βεβαίως οπαδοί τους, ποταμούς λάσπης κατά των λίγων που γενναία ηγούνται σήμερα του ιερού αγώνα για την παλινόρθωση της Ελληνικής Εθνικής Θρησκείας. Οι ναζί, όπως είδαμε, παρουσίαζαν στο ««Der Stürmer»» τους οντινιστές να κατευθύνονται υποτίθεται από τα ίδια κέντρα που κατευθύνονταν οι Εβραίοι. Κάπως έτσι («όργανα της Μασονίας», «όργανα του Σιωνισμού», κ.ο.κ) παρουσιαζόμαστε και εμείς από τους ημεδαπούς -και ασχέτως της πολιτικής μουτσούνας που έχει ο καθένας τους επιλέξει να φοράει- επιγόνους των ναζί, που βεβαίως, λόγω τόπου, δεν είναι λουθηρανοί ή ρωμαιοκαθολικοί, αλλά ορθόδοξοι.
Τι σχέση έχει, ή μπορεί να έχει, λοιπόν ο Ναζισμός με τον Πολυθεϊσμό, ή «Παγανισμό» όπως μειωτικά τον αποκαλούν εδώ και αιώνες οι μονοθεϊστές; Με την παρούσα ομιλία μας πιστεύω ότι το ερώτημα έχει με κάθε σαφήνεια απαντηθεί. Όση σχέση μπορεί να έχει με τον Πολυθεϊσμό και ο ίδιος ο Μονοθεϊσμός, ή οι επιμέρους αιρέσεις του Ιουδαϊσμός, Χριστιανισμός και Ισλαμισμός και οι μικρότερες «πολιτικοφανείς» σέχτες του, στις οποίες ανήκει και ο Εθνικοσοσιαλισμός, καθώς και ο μαρξιστικός Σοσιαλισμός -αν και αυτό είναι αντικείμενο μιας άλλης διάλεξης. Όση σχέση μπορεί να έχει ο κόσμος της ψύχωσης, της λατρείας του ειδικού - μαγικού γονιδίου και του παραληρήματος με τον κόσμο της τέλειας λογικής συγκρότησης, του θαυμασμού για τις πολυμορφίες που απαιτεί η Θεά Φύση και του Ορθού Λόγου. Όση σχέση μπορεί να έχει ο κόσμος της παλιανθρωπιάς και του κλειστού μυαλού με τον κόσμο της Αρετής και του ορθάνοικτου πνεύματος. Δηλαδή ΟΥΔΕΜΙΑ!
Κάπου εδώ βέβαια μπαίνει κανείς και στον πειρασμό να δηλώσει σε όλους τους απατεώνες και αντιστροφείς της ιστορικής αλήθειας πως εάν σώνει και καλά πρέπει να βρουν και να «αποκαλύψουν» κάποιον «Παγανισμό» που να σχετίζεται με τον Χίτλερ, είναι υποχρεωμένοι να τον αναζητήσουν στο πρόσωπο του αριστοκρατικής καταγωγής αξιωματικού της Βέρμαχτ Κλάους φον Σταούφενμπεργκ (Claus von Stauffenberg, 1907 - 1944), ο οποίος προσπάθησε ανεπιτυχώς να σκοτώσει με μία βόμβα τον Χίτλερ, στην περίφημη «Επιχείρηση Βαλκυρία» στις 20 Ιουλίου 1944, και το πλήρωσε, μαζί με 3 ακόμα αξιωματικούς που πιάστηκαν μαζί του, με φρικτά βασανιστήρια και θάνατο. Τόσο ο ίδιος ο φον Σταούφενμπεργκ, όσο και αρκετοί από τους αντιστασιακούς της εποχής, ήσαν πνευματικά παιδιά του αριστοκράτη συμβολιστή ποιητή Στέφαν Άντον Γκέοργκε (Stefan Anton George, 1868 – 1933), που μέσω ενός διανοητικού «Παγανισμού», ισόποσα μοιρασμένου ανάμεσα στους Θεούς των Ελλήνων και στους Θεούς των Βορείων, είχε επωμισθεί τον ρόλο του οδηγητή (κάποιοι μάλιστα από τους οπαδούς του, τους λεγόμενους «Georgekreis», τον θεωρούσαν ιερέα και προφήτη) προς μία άλλη ανθρωπότητα, που θα διοικείται από μία ελίτ στοχαστών και καλλιτεχνών, οι οποίοι μηδενός εξαιρουμένου θα διέπονται από αυτοθυσία και αρετή. Μέχρι τον θάνατό του στις 4 Δεκεμβρίου 1933, ο Γκέοργκε τοποθετείτο δημόσια ξανά και ξανά, με σπάνια για την εποχή γενναιότητα, ενάντια τόσο στους ίδιους τους ναζί, όσο και στο μίσος τους προς τους Εβραίους. Λίγους μήνες πριν πεθάνει, είχε αρνηθεί της προεδρεία της «Νέας Ακαδημίας των Τεχνών» που του είχε προσφέρει ο ίδιος ο Γκαίμπελς, ενώ στις 12 Ιουλίου ήταν επιδεικτικά απών στις επίσημες καθεστωτικές εκδηλώσεις για τα 65 χρόνια από την γέννησή του.
Δεν τρέφουμε βεβαίως αυταπάτη ότι η αποστομωτική αυτή διάλεξη θα σταματήσει την αισχρή προπαγάνδα κατά του Πολυθεϊσμού, και κατά της Ελληνικής Εθνικής Θρησκείας ειδικότερα. Ο μονοθεϊσμός έχει αποδεδειγμένα μέσα στην Ιστορία την ξετσιπωσιά να επαναλαμβάνει απτόητος τις απάτες του, κάνοντας ότι αγνοεί τα βιβλία, τα άρθρα, τις διαλέξεις που τον ξεμπροστιάζουν. Βασίζεται στην άγνοια και την βλακεία των υπόδουλων στα ιερατεία του μαζών, την οποία άγνοια και βλακεία ξέρει ν’ αναπαράγει μέσα από τα σχολεία που ελέγχει και τα μέσα διαμόρφωσης συνειδήσεων που επίσης ελέγχει. Εμείς οι πολυθεϊστές του πλανήτη, εμείς οι εθνικοί του πλανήτη, αλλά και εμείς οι Έλληνες Εθνικοί ειδικότερα, θα συνεχίσουμε πάντως να τον πολεμάμε σε όποιο πεδίο μάχης ανταμώνουμε τους σταυροφόρους του. Το δικό μας μήνυμα άλλωστε, ιδίως των Ελλήνων Εθνικών, δεν απευθύνεται σε βλάκες, αλλά σε όσους έχουν ήδη την αρετή της Αγχίνοιας. Εμείς στον δικό μας αγώνα, που αποτελεί τον «Ελληνικό Διαφωτισμό», υιοθετούμε την σοφή λαϊκή ρήση: μην πλησιάζεις τράγο από μπροστά, γάϊδαρο από πίσω και βλάκα από πουθενά.
«Ο Θεός του Μονοθεϊσμού απαιτεί απόλυτη
υπακοή από τον καθένα πάνω στην γη, γιατί θεωρεί πως
του ανήκει όχι μόνο ένα έθνος, αλλά ολόκληρη η
ανθρωπότητα. Όλοι όσοι τον απορρίπτουν θα πρέπει, για
το καλό τους, ή να προσηλυτιστούν ή να σφαγούν.
Τελικά, ο ολοκληρωτισμός είναι η μόνη μορφή πολιτικής
εξουσίας που μπορεί πραγματικά να ικανοποιήσει τις
απαιτήσεις αυτού του Θεού» Γκορ Βιντάλ (Gore Vidal,
1925 – 2012).
«Ο πόλεμος για τον έλεγχο του κόσμου είναι πόλεμος ορισμών… Ο αγώνας καθορισμού και ελέγχου των νοημάτων είναι αγώνας για επιβίωση… αυτός που πρώτος θα ορίσει το νόημα μιας κατάστασης, επιβάλλει στον άλλον την δική του πραγματικότητα και τον ορίζει, είναι ο νικητής... έτσι κυριαρχεί κι επιβιώνει. Εκείνος που ετεροκαθορίζεται, υποτάσσεται και ίσως ακόμα και εξοντώνεται...» Τόμας Σαζ (Thomas Szasz, 1920 – 2012).
«Ο πόλεμος για τον έλεγχο του κόσμου είναι πόλεμος ορισμών… Ο αγώνας καθορισμού και ελέγχου των νοημάτων είναι αγώνας για επιβίωση… αυτός που πρώτος θα ορίσει το νόημα μιας κατάστασης, επιβάλλει στον άλλον την δική του πραγματικότητα και τον ορίζει, είναι ο νικητής... έτσι κυριαρχεί κι επιβιώνει. Εκείνος που ετεροκαθορίζεται, υποτάσσεται και ίσως ακόμα και εξοντώνεται...» Τόμας Σαζ (Thomas Szasz, 1920 – 2012).
Η παρούσα ομιλία, που ξεκίνησε με δύο σημαντικές διατυπώσεις προοδευτικών διανοητών που χάσαμε πρόσφατα, αποσκοπεί στην αποστόμωση κάποιων από τους πολλούς υποδουλωτές των αδαών ανθρώπων μέσω της συστηματικής αντιστροφής της κοιωνικοϊστορικής αλήθειας. Αποσκοπεί στο να απαντήσει επιτέλους στις στρατιές απατεώνων, αλλοδαπών και ημεδαπών, οι οποίοι προσπαθούν αυθαίρετα και πονηρά να συσχετίσουν τον χιτλερικό Εθνικοσοσιαλισμό και τις σύγχρονες ιδεολογικές μιμήσεις του με έναν, απροσδιόριστο βεβαίως και γενικώς ειπείν, «Παγανισμό».
Χρησιμοποιήσαμε τον όρο «απατεώνες», γιατί αυτοί οι ίδιοι άνθρωποι και κύκλοι ανθρώπων ορίζουν επίσης ως «Παγανισμό» τις μη μονοθεϊστικές εθνικές θρησκείες και κουλτούρες της ανθρωπότητας, συμπεριλαμβανομένης και της εθνικής Ελληνικής, προκαλώντας μία απερίγραπτη σύγχυση, αφού τα προς τρίτο ίσα, όμοια και ίδια, δεν μπορεί παρά να είναι και μεταξύ τους ίσα, όμοια και ίδια. Συσχετίζοντας αυθαίρετα το στην πλειοψηφία των ανθρώπων ήδη απεχθές με τον όρο «Παγανισμός», κάνουν αυτομάτως και αυτόν τον ίδιο τον «Παγανισμό» απεχθή, καθώς και όσα αυτός σε θρησκευτικό και πολιτισμικό επίπεδο περικλείει. Προσποιούμενοι ότι δήθεν εχθρεύονται το απεχθές, ουσιαστικά συκοφαντούν αυτό που πραγματικά εχθρεύονται και δεν είναι άλλο από την φυσιολογική, διαλεκτική, πολυεστιακή και πολύτροπη μορφή της ανθρωπότητας, που αυτοί με ιδιαίτερο μίσος έχουν εδώ και δύο χιλιετίες πολεμήσει και προσπαθήσει να εξαφανίσουν από προσώπου γης.
Εθισμένοι στον συστηματικό εξευτελισμό της μνήμης των θυμάτων τους που έχουν ήδη ηττηθεί, αλλά ταυτόχρονα και παντελώς ανίκανοι ν’ αντέξουν στην ιδέα ότι κάποιοι από τα θύματά τους εξακολουθούν ακόμα και αντιστέκονται, οι οπαδοί της ομογενοποίησης των ανθρώπων, οι οπαδοί του μονοθεϊσμού, χρησιμοποιούν κάθε είδους συκοφαντία και αρνητικό ισχυρισμό. Στην υποτιθέμενη ειδωλολατρία, στα υποτιθέμενα όργια, στις υποτιθέμενες ανθρωποθυσίες, προστίθεται εδώ και κάποιες δεκαετίες και ο… ολοκληρωτισμός!
Ο ολοκληρωτισμός όμως σε κάθε μορφή του, είτε την μοναρχική είτε την μαύρη ή κόκκινη φασιστική, είναι δημιούργημα του μονοθεϊσμού, όπως πολύ σωστά επεσήμανε προ ολίγων ετών ο Γάλλος φιλόσοφος Μισέλ Ονφρέ (Michel Onfray, 1959 - ), αναφέροντας ότι ο ολοκληρωτισμός εισήχθη στην Ευρώπη με την ίδρυση του χριστιανικού κράτους του λεγόμενου «Μεγάλου» Κωνσταντίνου. Αντίθετα, δημιουργήματα του ευρωπαϊκού Πολυθεϊσμού, με πρώτο και κύριο τον Ελληνικό Πολυθεϊσμό, είναι η πολυαρχία και δημοκρατικότητα. Η πολυαρχία πάει χέρι – χέρι με την πολυθεϊα, τον «Παγανισμό» όπως την αποκαλούν κάποιοι, και αυτό άλλωστε το διατυμπάνιζαν οι ίδιοι οι χριστιανοί την εποχή που μόλις είχαν επικρατήσει. Κατ’ αυτούς, η δημοκρατία ήταν «πολίτευμα του Διαβόλου», «civitas diaboli», ο δε Ευσέβιος Καισαρείας μας ενημέρωνε ότι πρέπει να υπάρχει μόνον ένας Θεός στον ουρανό και μόνον ένας μονάρχης στην γη. Γι’ αυτό και η Δημοκρατία εξαφανίστηκε για όλους τους αιώνες της χριστιανικής πραγμάτωσης και επανήλθε μόνο μέσα από τις γκιλοτίνες των Ιακωβίνων, για αυτό και όλοι οι ολοκληρωτισμοί αγκαλιάστηκαν σφιχτότατα και αγαπητικότατα με την Εκκλησία. Ο πυρήνας αυτής εδώ της ομιλίας είναι το αυτονόητο υπό άλλες, κανονικότερες, συνθήκες, πως ο Ναζισμός, όπως και ο κάθε είδους ολοκληρωτισμός, είναι δημιούργημα του μονοθεϊσμού και ιδίως, στον μεγαλύτερο βαθμό, του Χριστιανισμού. Πολύ πριν αρχίσει κάποιος να σκέφτεται το πώς θα εξοντώσει τους διαφορετικούς από αυτόν, έχει εγκατεστημένα μέσα στο μυαλό του τα φρικτά μονοθεϊστικά στερεότυπα.
Όλοι οι φασισμοί θεμελιώθηκαν επάνω στην μονοθεϊστική αντίληψη των πραγμάτων. Όλοι οι φασισμοί υποστηρίχθησαν από το ιερατείο του Μονοθεϊσμού. Με την χριστιανική πλευρά του Μονοθεϊσμού συμμάχησε ο Μουσολίνι, με την ίδια ο Φράνκο, ο Χίτλερ, ακόμα και ο Στάλιν από ένα σημείο και έπειτα. Άλλες πλευρές του Μονοθεϊσμού ή και κοκταίηλ διαφόρων πλευρών του –μία από τις οποίες είναι και ο υποτιθέμενος αθεϊσμός, δηλαδή η τσουβαληδόν άρνηση του ιερού στοιχείου με δικαιολογία τον τύραννο «Θεό» της Βίβλου - θεμελίωσαν και στήριξαν άλλους ολοκληρωτισμούς, «κόκκινους», ισλαμικούς, κ.ο.κ.
Κι όμως, επειδή κάποιοι ολοκληρωτισμοί ιδιοποιήθησαν κάποια εξωτερικά σύμβολα του ηττημένου και ακόμα και σήμερα καταδιωκόμενου «Παγανισμού», οι ομόθρησκοί τους αντίπαλοί τους βγήκαν να τους παρουσιάσουν σαν… «παγανιστές». Και οι δύο δήθεν αντιμαχόμενες μονοθεϊστικές πλευρές, οι «κακοί του έργου» και οι τάχα καταγγέλλοντες τους «κακούς», πετυχαίνουν έτσι να συκοφαντείται στο μυαλό του αδαούς μέσου ανθρώπου ο κοινός αντίπαλος προς εξόντωση «Παγανισμός».
Από ένα μεγάλο εύρος ιστορικών στοιχείων επί του θέματος που έχει συγκεντρώσει ο ομιλών, θα αρκεστεί να χρησιμοποιήσει στην σημερινή ομιλία τα προερχόμενα κυρίως από ανθρώπους που επουδενί θα μπορούσαν να κατηγορηθούν ως «κόκκινοι» ή ως εργολάβοι κι επαγγελματίες του λεγόμενου «αντιφασισμού». Ο ένας είναι ο «αντιδιχοτομηστής», δηλαδή εναντιούμενος στο δίπολο «Δεξιά – Αριστερά», Γάλλος φιλόσοφος Αλαίν ντε Μπενουά (Alain de Benoist, 1943 - ), συγγραφέας το 1981 του βιβλίου «Το να είμαστε παγανιστές» («Comment peut-on être païen?»), που πολλοί μάλιστα εκ του μονοθεϊστικού στρατοπέδου τον συκοφάντησαν με κάθε χυδαιότητα, ακόμη και ως φασίστα, από μία συνέντευξη του οποίου στην αμερικανική επιθεώρηση «TYR Myth – Culture - Tradition» (τεύχος 2, 2003) θα αντλήσουμε στοιχεία, όπως και από ένα κείμενο του ζωγράφου, γλύπτη, μουσικού και συγγραφέα Μάρκους Βολφ (Markus Wolf) στο ίδιο τεύχος της ίδιας επιθεώρησης. Ο άλλος είναι ο Τζων Γιέοουελ (John Yeowell, 1918 - 2010) ή, σαξονικά, Stubba, ιδρυτής και επί δεκαετίες πρόεδρος του αγγλικής πολυθεϊστικής θρησκευτικής ένωσης «The Odinic Rite», πρώην στρατιωτικός και συγγραφέας το 1993 του βιβλίου «Ο Οντινισμός και ο Χριστιανισμός κάτω από το Τρίτο Ράϊχ» («Odinism and Christianity Under the Third Reich»).
Αντλώ επίσης από το εξαιρετικό βιβλίο «Το Άγιο Ραϊχ» («The Holy Reich: Nazi Conceptions of Christianity, 1919-1945») του καθηγητή Ιστορίας στο Πανεπιστήμιο του Κεντ και διευθυντή του Προγράμματος Εβραϊκών Σπουδών Ρίτσαρντ Στάϊγκμαν – Γκαλ (Richard Steigmann – Gall, 1965 - ), που αυτονόητα δεν θα είχε κανέναν απολύτως ενδοιασμό να επιτεθεί στον «Παγανισμό», εάν όντως ίσχυε ότι αυτός είχε κάποια σχέση με τους ναζί. Αντίθετα ο Στάϊγκμαν είναι κάτι περισσότερο από σαφής ότι ο χαρακτήρας του Ναζισμού ήταν καθαρά χριστιανικός.
Το 1920 λοιπόν, στην Γερμανία που μόλις την προηγούμενη χρονιά (1919) είχε προχωρήσει σε διαχωρισμό Κράτους – Εκκλησίας, ψηφίζεται στις 24 Φεβρουαρίου το επίσημο πρόγραμμα του γερμανικού Εθνικοσοσιαλιστικού Κόμματος (NSDAP), στο 24ο άρθρο του οποίου, σε προετοιμασία των από το 1925 έως τα μέσα της δεκαετίας του 1930 αμιγώς χριστιανοφασιστών «Γερμανών Χριστιανών» («Deutsche Christen») που θ’ αποτελέσουν τον θρησκευτικό βραχίονα του κόμματος, διακηρύσσεται η πίστη σε έναν «Θετικό Χριστιανισμό» («Positives Christentum»), δηλαδή σε έναν Χριστιανισμό «από-ιουδαϊσμένο όσο το δυνατόν περισσότερο», σε έναν Χριστιανισμό «που από πολιτικής πλευράς να μην αντιπολιτεύεται τον Ναζισμό». Ο ντε Μπενουά, σε συνέντευξή του στο περιοδικό «TYR Myth – Culture - Tradition» (τεύχος 2, 2003, σελ. 104) τονίζει: «ο μύθος ότι τάχα οι Ναζί ήσαν παγανιστές διατηρείται ζωντανός από συγκεκριμένους κύκλους, για πολύ εμφανείς λόγους προπαγάνδας… ο Ναζισμός είναι γνήσιο προϊόν του μοντερνισμού… ενώ με το σύνθημά του “Ein Volk, ein Reich, ein Führer”, αυτή την εμμονή στην έννοια του “ενός”, δεν είναι επίσης παρά ένας ξεκάθαρα πολιτικός “μονοθεϊσμός”. Γεννημένο στην Βαυαρία, δηλαδή σε μία κατεξοχήν ρωμαιοκαθολική περιοχή… το Ναζιστικό κόμμα εκκοσμίκευσε μέσα του τις καθολικές αντιλήψεις και βγήκε προς τα έξω με την μορφή μίας κανονικής Εκκλησίας, επικεφαλής της οποίας έστεκε ένας αλάνθαστος πάπας (ο Führer), και ακολουθούσαν ένας χρισμένος κλήρος (οι κομματικοί αξιωματούχοι) και μία ελίτ από επίλεκτους Ιησουϊτες (τα SS), με δογματικές αλήθειες, αφορισμούς και διωγμούς αιρετικών…»
Απέναντι στο Ναζιστικό Κόμμα, που από το 1922 έχει αρχίσει να καπηλεύεται άρδην διάφορα σύμβολα και ονόματα του προχριστιανικού γερμανικού πολιτισμού για να εξυπηρετήσει ωστόσο τις καθαρά «θετικοχριστιανικές» και αντισημιτικές θέσεις του, οι λίγες και ολιγομελείς αρχαιόθρησκες οργανώσεις της χώρας προσπαθούν από το 1923 απεγνωσμένα να περιφρουρήσουν τα όρια του χώρου τους. Από τα πρακτικά της 6ης ετήσιας Συνέλευσης («Althing») της «Γερμανικής Θρησκευτικής Κοινότητας» (Germanic Glaubens-Gemeinschaft - GGG) που έλαβε χώρα στο Βερολίνο το 1923, διαβάζουμε: «δίχως να θέλουμε να πριμοδοτήσουμε κανέναν και δίχως επίσης να βλάψουμε κανέναν, διεκδικούμε το δικαίωμα να είμαστε οι εαυτοί μας… γι’ αυτό ακριβώς δεν μας ενδιαφέρει ο αντισημιτισμός και δεν αντλούμε τον λόγο της ύπαρξής μας από μία αντιπάθεια για τους Εβραίους –όχι, είμαστε αρκετά σημαντικοί και άξιοι για να υπάρξουμε για τον εαυτό μας. Ούτε από την άλλη είμαστε θαυμαστές των Εβραίων ή προπαγανδιστές ξένων ηθών… θέλουμε απλώς την ευημερία του έθνους μας και τον αυτο-καθορισμό του μέλλοντός του, έναν αυτο-καθορισμό που αναδύεται εκ των έσω… με έναν ειρηνικό και οργανικό τρόπο, όπως μεγαλώνει και αναπτύσσεται χρόνο με τον χρόνο μία τυπική γερμανική βελανιδιά».
Το πολιτισμικό πλαίσιο στο οποίο συμβαίνουν όλα αυτά, είναι διαποτισμένο από ένα ισχυρότατο ρεύμα «φολκισμού» («völkische Bewegung»), στον οποίο βεβαίως οι Γερμανοί του μεσοπολέμου έχουν καταφύγει ως δραπέτευση από την εθνική, κοινωνική και οικονομική τους ταπείνωση μετά την ήττα τους στον Α Παγκόσμιο Πόλεμο. Ο «φολκισμός» εκείνος αναφερόταν σε ένα «Völkstum», δηλαδή μια λαϊκή ταυτότητα που όμως αναδύεται κύρια από την ράτσα: ο «Λαός» («Volk») του «φολκισμού» δεν έχει να κάνει τίποτε με το σώμα των πολιτών από το οποίο εκπηγάζουν οι εξουσίες, όπως όρισε η Γαλλική Επανάσταση, αλλά με μία ράτσα που αποκτά δυναμική συλλογική συνείδηση μέσα από την βιολογική της ταυτότητα, όχι από την πολιτική της συνειδητοποίηση ή τον εθνισμό της. Όπως ο ίδιος ο Χίτλερ θα πει αργότερα, «η συνείδηση του Völkstum δεν βασίζεται σε λόγια, αλλά στο αίμα».
Ισχυρή επιρροή στον όλο «φολκισμό» είχε μία γερμανοποιημένη εκδοχή της «Θεοσοφίας» της γνωστής Μαντάμ Μπλαβάτσκι (Helena Petrovna Blavatsky, 1831 - 1891), που κατέληξε να ονομάζεται «Αριοσοφία» («Ariosophie»). Ο Αυστριακός αποκρυφιστής και ρατσιστής, πρώην μοναχός Λανς φον Λήμπενφελς (Lanz von Liebenfels, 1874 – 1954) που εφηύρε τον όρο, θα χρησιμοποιεί παράλληλα και τους όρους «Θεοζωολογία» («Theozoologie») και (περισσότερο αποκαλυπτικά) «Αριο-Χριστιανισμός» («Ario-Christendom»). Στο βιβλίο του με τίτλο «Θεοζωολογία» (1905), ο φον Λήμπενφελς εισηγείτο με κάθε άνεση να στειρώνονται οι «κατώτερες ράτσες», που, κατ’ αυτόν, προέρχονται από συνουσία της Εύας με έναν δαίμονα!
Σε αυτό το αρρωστημένο περιβάλλον ιδεών, αναδύθηκε στο Μόναχο από τον Αύγουστο του 1918 και για ένα διάστημα 7 μόνον ετών (1918 – 1925) και η περιβόητη «Εταιρεία της Θούλης» («Thule-Gesellschaft», αρχικά εγγεγραμμένη ως «Studiengruppe für germanisches Altertum», «Ομάδα Μελέτης της Γερμανικής Αρχαιότητας»), μία τυπική ακροδεξιά μυστική πολιτική εταιρεία, προέκταση του αποκρυφιστικού, χριστιανικού, ρατσιστικού και πρωτο-φασιστικού «Τευτονικού Τάγματος» («Germanenorden») που είχε ιδρυθεί 6 χρόνια πριν, το 1912, στο Βερολίνο. Ονειρευόμενη την αποκατάσταση του «αψβουργικού μεγαλείου» (η μοναρχία των Αψβούργων ανατράπηκε τον Νοέμβριο του 1918 μετά από επανάσταση που μεθόδευσαν οι Αυστριακοί σοσιαλιστές), αντί για μελέτη της Γερμανικής Αρχαιότητας, η «Εταιρεία της Θούλης» αναλώθηκε κυρίως σε δράση αναχαίτισης των μαρξιστών, όπως λ.χ. σε σχέδια γι’ απαγωγή του ηγέτη του Κομμουνιστικού Κόμματος Κουρτ Άϊσνερ (Kurt Eisner), σε εμφύτευση πληροφοριοδοτών στις κομμουνιστικές οργανώσεις, σε συγκρότηση μιας παραστρατιωτικής ομάδας υπό την επωνυμία «Kampfbund Thule», σε μετάφραση και διακίνηση των περιβόητων «Πρωτόκολλων των Σοφών της Σιων» και άλλα ανάλογα. Η «Εταιρεία της Θούλης» διαλύθηκε τελικά μέσα σε μεγάλη εσωτερική γκρίνια για την αναποτελεσματικότητά της το 1925, αφού προηγουμένως είδε να περνούν από τις λίστες των μελών της πάμπολλα μετέπειτα στελέχη των Εθνικοσοσιαλιστών, όπως οι Άντον Ντρέξλερ, Καρλ Χάρερ, Ντήτριχ Έκαρτ, Ρούντολφ Ες, Άλφρεντ Ρόζενμπεργκ, Γιούλιους Στράϊχερ, Χανς Φρανκ και, φυσικά, Άντολφ Χίτλερ.
Όπως καταλαβαίνει ο οποιοσδήποτε έμφρων άνθρωπος, ο «φολκισμός» εκείνος των Γερμανών του μεσοπολέμου, ήταν βαθύτατα αντιδραστικός, ταυτόχρονα χριστιανικός, πρωτο-φασιστικός, εθνικιστικός και ρατσιστικός. Για να πάρουμε όμως μία γεύση και του τι συνέβαινε την ίδια εποχή στις υποτίθεται δημοκρατικές χώρες του μονοθεϊστικού κόσμου, καλό είναι ν’ αναφέρουμε σε αυτό το χρονικό σημείο ότι το 1924 στις ΗΠΑ, με την Πράξη «Indian Citizenship Act», δημιουργούνται ειδικά σχολεία για τα παιδιά των Ινδιάνων, που αποσκοπούν στο να τα αποκόψουν από τον παραδοσιακό τρόπο ζωής και να τα εκχριστιανίσουν. Όταν το Φυλετικό Συμβούλιο των Ινδιάνων Πουέμπλος, με σύνθημα «εμείς έχουμε θρησκεία», απαιτεί πλήρη θρησκευτική ελευθερία, οι χριστιανοί ιδρύουν σε αντιπερισπασμό την αντιοργάνωση «Προοδευτικοί Χριστιανοί Ινδιάνοι» που όμως δεν τυγχάνει αποδοχής και διαλύεται πολύ σύντομα. Το Συμβούλιο στέλνει ακολούθως επιστολή στον «επίτροπο επί των Ινδιανικών Σχέσεων» Τσαρλς Μπιούρκ (Charles Henry Burke, 1861 – 1944), με την οποία του γνωστοποιεί ότι η εθνική Θρησκεία των Ινδιάνων είναι πολύ πιο σημαντική από χρήματα, άλογα, γη ή ο,τιδήποτε άλλο μπορεί να τους προσφερθεί και αυτός, με την σειρά του, τους αποκαλεί «ημικτήνη» («half animals») και «άθλια ράτσα του Σατανά». Την επόμενη κιόλας χρονιά συλλαμβάνονται όλοι οι θρησκευτικοί ηγέτες των Πουέμπλος, και το «Γραφείο Ινδιάνικων Σχέσεων» («Bureau of Indian Affairs») δηλώνει επισήμως και με πολύ μεγάλη θρασύτητα, ότι η αντίσταση των Ινδιάνων υποδαυλίζεται από… «κομμουνιστικά χρήματα που προέρχονται από την Μόσχα» (…). Στην Ευρώπη τώρα, αυτή την ίδια χρονιά (1925) κατά την οποία η Εκκλησία καταδικάζει ως… «αιρετική και βλάσφημη» την Θεωρία της Εξέλιξης (κάτι που θα επαναλάβει και το έτος… 1968!), στο Βιτζενχάουζεν (Witzenhausen an der Werra), οι γερμανικές χριστιανικές και ιουδαϊκές οργανώσεις κινητοποιούνται και πετυχαίνουν να αποτραπεί η ανέγερση ενός Ναού της Εθνικής Θρησκείας, του πρώτου Ναού μετά την χριστιανική επικράτηση, από την προαναφερθείσα πολυθεϊστική οργάνωση «Γερμανική Θρησκευτική Κοινότητα» (GGG) της οποίας ηγούνται ο ζωγράφος και συγγραφέας Λούντβιχ Φάρενκρογκ (Ludwig Fahrenkrog, 1867 – 1952) και ο επίσης συγγραφέας Άντολφ Κρολ (Adolf Kroll).
Το 1927 ο πετυχημένος «völkisch» συγγραφέας, προτεστάντης χριστιανός και αφοσιωμένος ναζί Άρτουρ Ντίντερ (Artur Dinter, 1876 – 1948), προσπαθώντας να απαλλάξει τον Χριστιανισμό από την εβραϊκή του προέλευση ιδρύει την «Χριστιανική Θρησκευτική Κοινότητα του Αγίου Πνεύματος» («Geistchristliche Religionsgemeinschaft»), την οποία αργότερα, το 1934, έτος κατά το οποίο θα συγγράψει και το απίθανο βιβλίο «Ήταν ο Ιησούς Εβραίος;», θα μετωνομάσει σε «Γερμανική Λαϊκή Εκκλησία» («Deutsche Volkskirche»). Καθώς η «Πνευματική Χριστιανική Θρησκευτική Κοινότητα» του Ντίντερ απορρίπτει με βδελυγμία αλλά και πολλές βρισιές την «Παλαιά Διαθήκη», προκαλώντας τρομερή σύγχυση στους άλλους χριστιανούς πιστούς, ο ηπιότερα «θετικοχριστιανός» Χίτλερ καθαιρεί από «γκαουλάϊτερ» («Gauleiter», κομματικό αρχηγό) της Θουριγκίας τον Ντίντερ. Εξοργισμένος για το εν ψυχρώ «άδειασμά» του, ο τελευταίος αρχίζει να επιτίθεται προσωπικά στον Χίτλερ μέσα από το περιοδικό του «Χριστιανισμός του Αγίου Πνεύματος» («Das Geistchristentum»), αλλά τελικά το μόνο που καταφέρνει είναι να διαγραφεί την επόμενη χρονιά από το Εθνικοσοσιαλιστικό Κόμμα και αργότερα, στα τέλη της δεκαετίας του 1930 που οι ναζί θα είναι πια καθεστώς, να κυνηγηθεί άγρια από την μυστική αστυνομία «Γκεστάπο» («Geheime Staatspolizei»).
Την ίδια εποχή που οι Γερμανοί ναζί αναζητούν ακόμα και με εσωτερικές συγκρούσεις την καλύτερη γι’ αυτούς χριστιανική ταυτότητα, σε άλλες υποτίθεται δημοκρατικές αλλά χριστιανικές πάντα χώρες εκδηλώνονται έμπρακτα οι πιο άγριες ρατσιστικές και μισαλλόδοξες θέσεις, όπως λ.χ. στην Αυστραλία, όπου από το 1926 έως το 1929 οι χριστιανοί εξαπολύουν αλλεπάλληλα «κυνήγια αγρίων». Ενώ οι αιχμαλωτιζόμενοι Αβοριγήνοι αλυσοδένονται κατά δεκάδες, σφάζονται με μαχαίρια και τσεκούρια και τα κομμάτια τους ρίχνονται στην πυρά, ο Τζαίημς Χέρμπερτ Κουρλ (James Herbert Curle), στο «ευσεβές» βιβλίο του «Today & Tomorrow», γράφει κυνικά: «Η πρόοδος απέρριψε ήδη αυτό το είδος ανθρώπου και σίγουρα αυτή γνωρίζει πολύ καλά τι κάνει» (…).
Το 1931, για ν’ αντισταθούν στην ραγδαία άνοδο ενός ακραίου χριστιανικού (και ταυτοχρόνως ισόποσα αντι-παγανιστικού και αντι-εβραϊκού) ρεύματος με την βοήθεια του παραλλήλως ανερχόμενου στον πολιτικό χώρο Ναζιστικού κόμματος, οι διάσπαρτες θρησκευτικές και πολιτιστικές οργανώσεις των ολιγάριθμων Γερμανών πολυθεϊστών προσπαθούν να ενωθούν. Η «Γερμανική Θρησκευτική Κοινότητα» (GGG) και η «Κοινότητα της Θρησκείας των Βορείων Εθνών» («Nordische Glaubengemeinschaft») συμμετέχουν στην ίδρυση της «Ένωσης Εργαζόμενων της Θρησκείας των Βορείων Εθνών» («Nordisch – Religiöse Arbeitsgemeinschaft», NRAG) ως απάντηση στις πάμπολλες εθνικιστικές χριστιανικές ομάδες που ξεφυτρώνουν από άκρου σε άκρο της Γερμανίας (Markus Wolf, περιοδικό «TYR Myth – Culture - Tradition», τεύχος 2, 2003, σελ. 236 - 237).
Στις 30 Ιανουαρίου 1933 όμως, το Εθνικοσοσιαλιστικό Κόμμα («Nationalsozialistische Deutsche Arbeiterpartei», NSDAP) ανέρχεται στην εξουσία με την υποστήριξη του κόμματος των Καθολικών «Zentrum» του οποίου εκείνη την εποχή ηγείται ο κληρικός Λούντβιχ Κάας (Ludwig Kaas, 1881 – 1952), ενώ στις 23 Μαρτίου οι καθολικοί και οι ναζί ψηφίζουν από κοινού τον περιβόητο «Εξουσιοδοτικό Νόμο» («Ermächtigungsgesetz») που «κλειδώνει» την έκτοτε αμοιβαία υποστήριξή τους και εγκαινιάζει το λεγόμενο «Τρίτο Ράϊχ».
Έχοντας σε λίγο την απόλυτη εξουσία, ο Χίτλερ υπογράφει τον Ιούλιο «κονκορδάτο» (το γνωστό «Reichskonkordat») με τον Πάπα Πίο τον 12ο και δηλώνει ότι «η κυβέρνηση του Ράϊχ βλέπει στον Χριστιανισμό το ακλόνητο θεμέλιο των ηθών και της ηθικής του λαού μας» και. Αυτή την απεριόριστη στήριξη του Χίτλερ προς αυτήν, η Εκκλησία ανταποδίδει στις ψευτο-εκλογές της 12ης Νοεμβρίου 1933, υποστηρίζοντας την λεγόμενη «λίστα Χίτλερ» για τις βουλευτικές θέσεις στο Ράϊχσταγκ. Σε μία προεκλογική της αφίσα με τίτλο «Γιατί πρέπει ένας καθολικός να ψηφίσει υπέρ της κοινοβουλευτικής λίστας του Αδόλφου Χίτλερ;» απαντάει ανάμεσα σε άλλα: «γιατί η πίστη μας προστατεύεται... γιατί η δημόσια ηθική διατηρείται... γιατί το καθολικό φρόνημα δεν περιορίζεται πια... γιατί οι καθολικές θρησκευτικές, φιλανθρωπικές και πολιτιστικές οργανώσεις και σύλλογοι μπορούν ελεύθερα να λειτουργούν».
Ο «θετικοχριστιανός» Χίτλερ (του οποίου η κριτική για την Εκκλησία περιοριζόταν στην διαπίστωση ότι αυτή «είναι μακριά από το επιστημονικό πνεύμα» και «εκμεταλλεύεται την ανθρώπινη βλακεία», όπως καταδεικνύεται στο «Hitler’s Table Talk», Flamarion, 1952) εκφράζει, όπως και άλλοι χριστιανοί δικτάτορες της Ιστορίας, την ανοικτή εχθρότητά του προς κάθε, «διχαστικό» κατ’ αυτόν, αίτημα ανάδειξης η επαναφοράς θρησκευτικών στοιχείων της προχριστιανικής εποχής από τους διάφορους συλλόγους «παγανιστών» που υπήρχαν στην χώρα από τις αρχές του 20ου αιώνα: «διάφοροι ανεύθυνοι καθηγητές προπαγανδίζουν τις “νορδικές” Θρησκείες τους, μολύνοντας σχεδόν τα πάντα». Ακόμα και η δεξιά, τευτονολατρική, αντικομμουνιστική και αντιτεκτονική οργάνωση «Tannenbergbund», του αποχωρήσαντος ήδη από το 1928 από το Ναζιστικό Κόμμα στρατηγού Έριχ Λούντεντορφ (Erich Ludendorff) και της συζύγου του Μαθίλντε (Mathilde), τίθεται εκτός νόμου από το ναζιστικό καθεστώς μετά από 8 χρόνια δράσης, με την κατηγορία ότι έχει εκτραπεί σε... «παγανιστική» ! (περιοδικό «TYR Myth – Culture - Tradition», τεύχος 2, 2003, σελ. 105 - 106). Την ίδια χρονιά (1933) συλλαμβάνεται και ο Κουρτ Παίλκε (Kurt «Weishaar» Paehlke, 1875 - 1945), ιδρυτής προ 7ετίας (το έτος 1926) της «παγανιστικής» οργάνωσης «Ένωση των Γότθων» («Bund der Guoten»), κλείνεται για πάνω από έναν χρόνο σε στρατόπεδο συγκεντρώσεως, η οργάνωση τίθεται εκτός νόμου και η περιουσία της δημεύεται.
Οι ρουφιάνοι του καθεστώτος αναζητούν «φιλοπαγανιστές» ακόμη και ανάμεσα στα μέλη της «Νεολαίας του Χίτλερ» («Hitler-Jugend», HJ), της οποίας ο 26χρονος τότε αρχηγός Μπάλντουρ Μπένεντικτ φον Σίραχ (Baldur Benedikt von Schirach, 1907 – 1974), ένας γεννημένος από Αμερικανίδα μητέρα και αμερικανικής κουλτούρας αντι-εβραίος όσο και αντι-καθολικός προτεστάντης, που αργότερα θα γίνει μάλιστα και «γκαουλάϊτερ» (με την σημασία του κυβερνήτη πια) της Βιέννης, θα αισθανθεί την ανάγκη σε μια ομιλία του στο Braunschweig τον Δεκέμβριο του 1933 να διαβεβαιώσει το πλήθος ότι δεν είναι «παγανιστής» αλλά υποστηρικτής των θεμελίων του Χριστιανισμού. Όντως, οι ρωμαιοκαθολικοί κύκλοι είχαν φημολογήσει ότι δεν ήταν χριστιανός, επειδή ως προτεστάντης εμπόδιζε με κάθε τρόπο την διείσδυση τους μέσα στην «Νεολαία του Χίτλερ». Και για να σβήσει κάθε αμφιβολία, θα επαναλάβει αργότερα, σε άλλη ομιλία του προς τους Γερμανούς γονείς: «δεν έχω καμία απολύτως πρόθεση να ξανασηκώσω στα δάση της Γερμανίας οντινιστικούς βωμούς, ούτε να εισαγάγω στην νεολαία μας κανενός είδους λατρεία του Βόνταν, ούτε με οποιονδήποτε τρόπο να παραδώσω την νεαρή Γερμανία στους μαγικούς βωμούς του τσαρλατανισμού».
Εν τω μεταξύ, στην Ελλάδα, στις 24 Ιουνίου 1933, στο «επίσημον δελτίον της Εκκλησίας της Ελλάδος» που τιτλοφορείται «Εκκλησία», έχει δημοσιευθεί ένα επαίσχυντο φασιστικό κείμενο που υπογράφει ο μητροπολίτης Γόρτυνος και Μεγαλοπόλεως Πολύκαρπος (κατά κόσμον Γεώργιος Συνοδινός): «η ευθύνη των ιθυνόντων τας τύχας του κόσμου είναι μεγίστη και πρέπει ως τάχιστα να ληφθούν δραστικά μέτρα σωτηρίας, διότι η υπάρχουσα κατάστασις απειλεί την συντριβήν και τελείαν καταστροφήν εφόσον οι εχθροί της ευημερίας των λαών διαδίδουν ψευδείς αρχάς και διδασκαλίας, κομμουνιστικάς, δι’ ας δηλητηριάζονται οι λαοί και δη η νεότης. Από της καταστροφής εσώθησαν τα κράτη της Ιταλίας και τελευταίον της Γερμανίας διά της ανακηρύξεως δικτατοριών και περιορισμού της ελευθέρας ενεργείας των ανελευθέρων αθέων κομμουνιστών... Διά της πίστεως και της χάριτος του Θεού εκριζώνονται αι δυνάμεις της κακίας, συντρίβονται αι λεγεώνες του Σατανά». Στο ίδιο έντυπο υμνείται τον Οκτώβριο του ίδιου έτους η κατάργηση από το ναζιστικό καθεστώς της Γερμανίας τής από το 1919 προαιρετικής φύσης του μαθήματος Θρησκευτικών, ενώ στην Ιταλία, ήδη από τις 18 Μαρτίου, η Ρωμαιοκαθολική Εκκλησία έχει επαινέσει για μία ακόμα φορά το φασιστικό καθεστώς της Ιταλίας για την «ευσεβή» απόφασή του να εκδώσει γραμματόσημο με το Ευαγγέλιο.
Το 1934, στην απολύτως ναζιστική πλέον Γερμανία, το Υπουργείο Προπαγάνδας απαγορεύει μεγάλη έκθεση του ζωγράφου Λούντβιχ Φάρενκρογκ, ταυτόχρονα και ηγέτη όπως είδαμε της «Γερμανικής Θρησκευτικής Κοινότητας», ο οποίος προκλητικά αρνείται να χρησιμοποιεί στον γραπτό και προφορικό λόγο του την υποχρεωτική για όλους επωδό «Hail Hitler». Ως αιτιολογικό της απαγόρευσης παρουσιάζεται από τους λογοκριτές το ότι τάχα τα έργα του Φάρενκρογκ «δεν είναι σύμφωνα προς τα χριστιανικά ιδεώδη» (Markus Wolf, ως άνω, σελ. 237). Ο ζωγράφος επίσης Βόλφγκανγκ Βίλριχ (Wolfgang Willrich, 1897 – 1948, ο γνωστός «ζωγράφος του πολέμου») χάνει την δουλειά του στο Υπουργείο Πολιτισμού, επειδή είχε απλώς δημοσιεύσει έργα του σε έντυπα «παγανιστών».
Το 1935 απαγορεύονται από τα θετικοχριστιανικό ναζιστικό καθεστώς τα κάθε είδους βιβλία που αναφέρονται στους Ρούνους, όπως λ.χ. των «παγανιστών» Φρήντριχ Μπέρνχαρντ Μάρμπυ (Friedrich Bernhard Marby, 1882 - 1966, ιδρυτή της «Ένωσης για την μελέτη των Ρουνών», «Bund der Runenforschen»), Ζίγκφρηντ Άντολφ Κούμερ (Siegfried Adolf Kummer, γεν. 1899) κ.ά. (περιοδικό «TYR Myth – Culture - Tradition», τεύχος 2, 2003, σελ. 106). Στις 2 Δεκεμβρίου 1935, ένα έκτακτο διάταγμα της βαυαρικής μυστικής αστυνομίας «Γκεστάπο» θέτει εκτός νόμου τις διάφορες παγανιστικές ομάδες που προέρχονται από την προ διετίας διάλυση της οργάνωσης του Λούντεντορφ. Ενδιαφέρον σε αυτό το χρονικό σημείο είναι ν’ αναφέρουμε ότι στις 23 Δεκεμβρίου οι Ιταλοί φασίστες αρχίζουν να χρησιμοποιούν αέρια ενάντια στους Αιθίοπες μαχητές. Η επίθεση των φασιστών του Μουσολίνι κατά της Αβησσυνίας όχι μόνο «έχει υποστηριχθεί μανιωδώς» (κατά την διατύπωση του Karlheinz Deschner, 1924 - ) από την ρωμαιοκαθολική Εκκλησία, αλλά και έχει τροφοδοτηθεί κυρίως με το πολεμικό υλικό που κατασκεύαζαν τα τότε εργοστάσια πυρομαχικών, ιδιοκτησίας του Βατικανού.
Επίσης, στις υποτίθεται «δημοκρατικές» Η.Π.Α., οι χριστιανοί φονταμενταλιστές και οι πλουτοκράτες και τα εκδοτικά συγκροτήματα που τους στηρίζουν, εκφράζουν πια ανοικτά τον θαυμασμό τους για τους ευρωπαίους δικτάτορες Μουσολίνι και Χίτλερ, ενώ τον Απρίλιο του 1935 έχει ιδρυθεί από τον μεθοδιστή ιεροκήρυκα Αβραάμ Βερέϊντε (Abraham Vereide, 1886 - 1969), με την βοήθεια ισχυρότατων πολιτικών και οικονομικών παραγόντων αλλά και φασιστικών κύκλων, η χριστιανική οργάνωση «Οικογένεια» («The Family») σκοπός της οποίας είναι να κτυπηθεί «στο όνομα του Ιησού Χριστού» ο πολιτικός ριζοσπαστισμός και οι «δηλητηριώδεις» σοσιαλιστικές θεωρίες που απειλούν, κατά τον Βερέϊντε, «να διαλύσουν την ευσεβή και υγιέστατη» αμερικανική κοινωνία. Κατά τον Βερέϊντε, ο Χριστιανισμός είναι η θρησκεία για τους ισχυρούς και για εκείνους που ο Θεός προορίζει «να επικρατήσουν».
Τον Μάρτιο του 1936, ενώ εκκλησιαστικοί κύκλοι της Αυστρίας ζητούν να αρχίσει διωγμός κατά των Εβραίων, διώκονται στην Γερμανία από το ναζιστικό καθεστώς μερικοί χριστιανοί θεολόγοι που είχαν χαρακτηρίσει ως δίκαιο και εύλογο το αίτημα για αναβίωση της Εθνικής Θρησκείας, και υποχρεώνεται σε παραίτηση ο σανσκριτολόγος Γιάκομπ Βίλχελμ Χάουερ (Jakob Wilhelm Hauer, 1881 - 1962), πρόεδρος της προστεσταντικής χριστιανικής οργάνωσης - ομπρέλα «Γερμανικό Θρησκευτικό Κίνημα» («Deutsche Glaubensbewegung»), η μειοψηφούσα φιλικά διακείμενη προς τους «παγανιστές» πλευρά του οποίου θα δεχθεί σειρά άγριων επιθέσεων τα επόμενα χρόνια (περιοδικό «TYR Myth – Culture - Tradition», τεύχος 2, 2003, σελ. 106). Την ίδια επίσης χρονιά, συλλαμβάνεται και φυλακίζεται ο 37χρονος Ζίγκφρηντ Άντολφ Κούμερ, μελετητής των ρουνών και συγγραφέας του «Heilige Runenmacht» (1932) με διαταγή του ίδιου του αρχηγού των SS (Schutzstaffel, «Τάγμα Ασφαλείας») Χάϊνριχ Χίμλερ (Heinrich Luitpold Himmler, 1900 - 1945). Τα ίχνη του Κούμερ θα χαθούν έκτοτε και κανείς δεν θα μάθει ποτέ τίποτε για τις λεπτομέρειες του θανάτου του μέσα στις ναζιστικές φυλακές. Η «Γερμανική Θρησκευτική Κοινότητα» (GGG) γλιτώνει για την ώρα, λόγω κυρίως του κύρους του Φάρενκρογκ, με απαγόρευση όλων των δημόσιων εκδηλώσεών της.
Το 1937 γίνεται η τελευταία δημοσίευση, στην ναζιστική Γερμανία, ανοικτά «παγανιστικών» και «αντιχριστιανικών» σχεδίων, δια χειρός Βέρνερ Γκράουλ (Friedrich Hermann Werner Graul, 1905 – 1984) στην έκδοση «Ο Γολγοθάς των Βορείων» («Golgatha des Nordens») από τις εκδόσεις «Wölund Verlag» στο Έρφουρτ (Erfurt). Την ίδια χρονιά (1937), η τελευταία απόπειρα του ζεύγους Λούντεντορφ να συστήσει μία «παγανίζουσα» οργάνωση που να είναι ταυτόχρονα συμβατή με τις προδιαγραφές του καθεστώτος, αποτυγχάνει παταγωδώς, καθώς λίγους μόνον μήνες μετά την ίδρυσή της, η λεγόμενη «Ένωση για την κατανόηση των Γερμανικών Θεών» («Bund für Deutsche Götterkenntnis») θα τεθεί εκτός νόμου από το ναζιστικό καθεστώς. Προγενέστερα, τον Μάρτιο του 1937, ο Φρήντριχ Μπέρνχαρντ Μάρμπυ συλλαμβάνεται με την κατηγορία ότι «γελοιοποιεί την άγια κληρονομιά των Αρίων» (στην πραγματικότητα είχε στηλιτεύσει τον εθνικοσοσιαλιστικό αντισημιτισμό, με επιστολή του μάλιστα προς τον ίδιον τον Χίτλερ), καταδικάζεται σε ισόβια κάθειρξη και στέλνεται σε στρατόπεδα συγκεντρώσεως (συγκεκριμένα στα Welzheim, Dachau και Flossenburg, όπου θα περάσει 8 φρικτά χρόνια έως τις 29 Απριλίου 1945 οπότε και θα απελευθερωθεί από τα συμμαχικά στρατεύματα).
Σε στρατόπεδα συγκεντρώσεως θα καταλήξουν και πολλοί άλλοι «παγανιστές», όπως λ.χ. από τον Ιούλιο του 1938 (με τις κατηγορίες του «εχθρού του λαού» και της «μυστικής δράσης ενάντια στο κράτος και το κόμμα») ο Κουρτ Παίλκε, που, όπως είδαμε παραπάνω, είχε κλειστεί σε στρατόπεδο συγκεντρώσεως και το 1933 (αρχικά θα φυλακιστεί για 3,5 χρόνια στην κεντρική φυλακή του Stuhm της Δυτικής Πρωσίας και μετά θα σταλεί στο στρατόπεδο συγκεντρώσεως Ζαχσενχάουζεν (Sachsenhausen), όπου θα πεθάνει στις αρχές του 1945), ο ζωγράφος και θεατρικός συγγραφέας Ερνστ Βάχλερ (Heinrich Ernst Wachler, 1871 - 1945), μέλος της «Γερμανικής Θρησκευτικής Κοινότητας» και ιδρυτής της «Εταιρείας του Βόνταν» και του υπαίθριου θεάτρου «Harz Bergtheater», που θα πεθάνει στο στρατόπεδο Άουσβιτς τον Σεπτέμβριο του 1944, κ. ά. (περιοδικό «TYR Myth – Culture - Tradition», τεύχος 2, 2003, σελ. 106 - 107).
Γίνεται σαφές εδώ ότι η το μίσος του ιδιόρρυθμου «Θετικού Χριστιανισμού» που ενσάρκωσαν οι ναζί δεν περιοριζόταν μόνο κατά των Εβραίων, όπως οι άριστες «δημόσιες σχέσεις» των τελευταίων έχουν κάνει τον μέσο σύγχρονο άνθρωπο να νομίζει. Και οπωσδήποτε το εναντίον τους μίσος των ναζί κάθε άλλο παρά… «παγανιστική» προέλευση είχε. Ήταν ένα καθαρά χριστιανικό και χιλιαστικό μίσος, αντλημένο μέσα από την βαθύτατη δεξαμενή της μισαλλοδοξίας και της «αποκλειστικότητας», που εισήγαγε στην άτυχη ανθρωπότητα ο παράξενος «Θεός» των χριστιανών. Όπως άλλωστε ο ίδιος ο Χίτλερ είχε πει στον πάλαι ποτέ βουλευτικό «πρόεδρο» του Nαζιστικού Κόμματος Χέρμαν Ράουσνινγκ (Hermann Rauschning, αν βεβαίως είναι έγκυρες οι συζητήσεις που κατέγραψε ο τελευταίος) «δεν επιτρέπεται να υπάρχουν δύο εκλεκτοί λαοί και εμείς είμαστε ο εκλεκτός λαός. Αυτές οι λίγες λέξεις τα καθορίζουν όλα».
Με αφορμή αυτή την φράση τονίζει πολύ σωστά ο ντε Μπενουά: «μία ψυχωσική ιδέα σαν και αυτή είναι ολοφάνερα εντελώς ξένη προς το πνεύμα του Παγανισμού, μία ψυχωσική ιδέα που, κατά την γνώμη μου, επιτρέπει το να διωχθούν άνδρες και γυναίκες επειδή απλώς ανήκουν σε κάποιον λαό. Όμοια με τους ζηλόφθονους Θεούς του χριστιανικού και μουσουλμανικού Μονοθεϊσμού, ο ρατσισμός εξαγγέλλει έναν ολοκληρωτισμό, έγραψε ο Φρανσουά Περρέν (Francois Perrin), κάτι που φυσικά ποτέ δεν έκανε ο Παγανισμός. Κάτι ανάλογο έγραψε και ο Κριστοφέρ Ζεράρ (Christopher Gérard) στην επιθεώρηση “Antaios”, ότι δηλαδή αυτό που φταίει πραγματικά είναι εκείνο που οι Έλληνες, αυτοί οι πνευματικοί μας καθοδηγητές, απεκάλεσαν Ύβρη… της οποίας τα πιο φρικτά σύγχρονα παραδείγματα είναι όλες εκείνες οι περιπτώσεις των ολοκληρωτισμών του καιρού μας, που προσπάθησαν ν’ αλλάξουν τον “Aνθρωπο” και το μόνο που πέτυχαν ήταν να τον εξευτελίσουν απολύτως» (ως άνω, σελ. 109).
Για να επιστρέψουμε στην ιστορική μας αφήγηση, το 1938 απαγορεύεται στην «Γερμανική Θρησκευτική Κοινότητα» (GGG) να χρησιμοποιεί το σύμβολο της σβάστικας, το οποίο η οργάνωση χρησιμοποιούσε ήδη από το 1908, και, λίγους μήνες μετά, το καθεστωτικό όργανο «Der Stürmer» αποφαίνεται με πηχιαίο τίτλο του ότι «οι παγανιστές και οι Εβραίοι εξυπηρετούν τα ίδια συμφέροντα» (…). Μετά από μία σύντομη αλλά έντονη αντι-παγανιστική προπαγάνδα, οι ναζί εξαπολύουν μεγάλο διωγμό εναντίον όλων όσων εξακολουθούν να προπαγανδίζουν επιστροφή στην αρχαία Θρησκεία, με αποτέλεσμα έως το 1941 όλες οι αρχαιολατρικές και παγανιστικές οργανώσεις να έχουν διαλυθεί και οι αρχηγοί τους συλληφθεί και φυλακισθεί (περιοδικό «TYR Myth – Culture - Tradition», τεύχος 2, 2003, σελ. 106 - 107) ή στερηθεί κάθε τρόπου να διαδώσουν τις ιδέες τους.
Σε ομιλία του Χίτλερ που θα γίνει στις 14 Οκτωβρίου 1941, ο αρχηγός των ναζιστών θα εξηγήσει αρκούντως την αποστροφή του για την παγανιστική αρχαιότητα, αναπτύσσοντας παράλληλα της τελικές ναζιστικές θέσεις που σε τίποτε δεν διαφέρουν από τον μυωπικό επιστημονισμό και τυπικό μοντερνισμό που όλοι γνωρίζουμε και βλέπουμε παντού τριγύρω μας τις τελευταίες δεκαετίες. Τα παρακάτω λόγια του θετικοχριστιανού Χίτλερ θα μπορούσε να εκστομίσει ο οποιοσδήποτε από τους αμέτρητους μονοθεϊστές «επιστήμονες» της εποχής μας, που επιφανειακά δείχνουν να εκστασιάζονται τάχα μπροστά στην Λογική, αλλά από την άλλη περιφρονούν ανοικτά τον προχριστιανικό Πολιτισμό, τμήμα του οποίου ήταν και εκείνο που ανέδειξε αυτές ακριβώς τις έννοιες της Επιστήμης και της Λογικής, και επίσης πολύ συχνά δεν έχουν αρκετούς ενδοιασμούς να προσφεύγουν, στην προσωπική τους τουλάχιστον ζωή, στο παράλογο «Θείο» των χριστιανών: «Ο άνθρωπος, περιορισμένος από ένα δεισιδαιμονικό παρελθόν, φοβάται τα πράγματα που δεν μπορεί ή δεν μπορεί τουλάχιστον για την ώρα να ερμηνεύσει, με άλλα λόγια φοβάται το άγνωστο. Δεν θα μπορούσα να ικανοποιήσω με το πρόγραμμα του κόμματος, εκείνους που θεωρούν ότι υπάρχει πραγματική ανάγκη για το μεταφυσικό. Οι καιροί θα προχωρήσουν, έως την εποχή που η επιστήμη θα απαντήσει όλες τις ερωτήσεις… και ο Χριστιανισμός θα παρακμάζει ταχύτατα όσο παραμένει σκαλωμένος σε δόγματα… Από την άλλη τίποτε δεν θα ήταν πιο ηλίθιο κατ’ εμένα από το να αναστήσει κανείς την λατρεία του Βόνταν. Η αρχαία μας μυθολογία έχασε κάθε αξία άπαξ και ο Χριστιανισμός ρίζωσε στην Γερμανία. Ό,τι πεθαίνει, προηγουμένως είναι ετοιμοθάνατο» (ως άνω, σελ. 108).
«Θρησκεία μας είναι μόνον ο Χριστός», τόνιζε ξανά και ξανά ο πολύς Χανς Σεμ (Hans Schemm, 1891 – 1935), ιδρυτής και αρχηγός της «Εθνικοσοσιαλιστικής Ένωσης Εκπαιδευτικών» («Nationalsozialistische Lehrerbund», NSLB) και «γκαουλάϊτερ» του Μπάϋραουτ της Βαυαρίας, που τελειώνει όλες τις ομιλίες του με τον αποδιδόμενο στον ίδιο τον Λούθηρο πολεμικό ύμνο των προτεσταντών χριστιανών «Θεός το Φρούριον Ημών».
Στο γνωστό βιβλίο του «Ο μύθος του 20ου αιώνα» («Mythus des XX Jahrhunderts», που πούλησε 1.000.000 αντίτυπα κατά την περίοδο του «Τρίτου Ράϊχ») και συγκεκριμένα στο κεφάλαιο 7, ο λουθηρανός χριστιανός Ρόζεμπεργκ είναι περισσότερο από σαφής σχετικά με ποια είναι η προσέγγιση της αρχαίας Γερμανικής Θρησκείας από τους ναζί. Ο πραγματικός Θεός Βόνταν είναι, κατά τον Ρόζεμπεργκ, νεκρός και το Πάνθεον του Γερμανικού Πολυθεϊσμού ένα ξεπερασμένο σχήμα του ανθρώπινου μυαλού όταν αυτό ήταν υποτίθεται υπόδουλο στους... «φυσικούς συμβολισμούς». Για τον Ρόζεμπεργκ, που στο βιβλίο του αναφέρει επαινετικά περισσότερες από 100 φορές τον Ιησού και 45 φορές τον Λούθηρο, ο Θεός Βόνταν δεν «σκοτώθηκε» από τον εκχριστιανιστή Βονιφάτιο, αλλά «πέθανε από μόνος του», ολοκληρώνοντας την, υποτιθέμενη για όλους τους χριστιανούς, «παρακμή» των θεοτήτων της «μυθολογικής εποχής». Ο Βόνταν που θέλει ο Ρόζεμπεργκ δεν είναι παρά η... «αιώνια εικόνα» των, κατ' αυτόν, «πρωτογενών πνευματικών δυνάμεων του Βόρειου ανθρώπου», που ενσαρκώθηκαν σε ανθρώπους σαν Μεγάλο Φρειδερείκο ή τον Βίσμαρκ! Ο Ρόζεμπεργκ είχε τόση σχέση με τον Θεό Βόνταν όση είχαν και οι Ελληνοχριστιανοί ημεδαποί δικτάτορες των χρόνων 1967 - 1974 με τον Θεό Δία.
Άφησα για το τέλος την περιεκτικότατη παραδοχή του μάστορα της ναζιστικής προπαγάνδας Γιόζεφ Γκαίμπελς (Paul Joseph Goebbels, 1897 – 1945) μέσα στο αυτοβιογραφικό διήγημά του «Μιχαήλ» («Michael», 1929): «Ο αγώνας που διεξάγουμε τώρα μέχρι την νίκη ή το πικρό τέλος είναι, στην βαθιά του διάσταση, ένας αγώνας ανάμεσα στον Μαρξ και τον Ιησού Χριστό».
Μετά από όλα αυτά, κλείνει κάθε συζήτηση για την θρησκευτική ταυτότητα του Ναζισμού. Το 1942, ο προκαθήμενος της «Γερμανικής Επισκοπικής Συνόδου» καρδινάλιος Αδόλφος Μπέρτραμ (Adolf Bertram, 1859 - 1945) θα διαβεβαιώνει τον Χίτλερ για θεόθεν υποστήριξη με τα λόγια: «Εξοχότατε Φύρερ και καγκελάριε, όλοι οι επίσκοποι προσεύχονται για νέες επιτυχίες σε αυτόν τον φλογερό πόλεμο» (Σιμόπουλος, «Ξενοκρατία…», σελ. 270, αντλώντας από τον Deschner).
Χριστιανοί και μάλιστα πωρωμένοι ήσαν οι ναζί, με εξαίρεση ίσως κάποιους, ελάχιστους, άθεους και αγνωστικιστές -σαν λ.χ. τον Μάρτιν Μπόρμαν (Martin Bormann, 1900 – 1945), ο οποίος δήλωσε σε ομιλία του το 1942 ότι αποκαλεί «Θεό» την «δύναμη που κινεί τα σώματα στο σύμπαν»- και ακόμα ελαχιστότερους ονειροπολούντες την αρχαία Θρησκεία του έθνους τους, που ούτε καν ως τέτοια δεν μπορούσαν να την προσεγγίσουν, παρά μόνον ως «μυθολογία». Απλώς κοινή πίκρα όλων τους, ήταν ότι ο εβραϊκής προέλευσης Χριστιανισμός δεν μπορούσε να αρμόζει σε «Άριους» και γι’ αυτό έπρεπε, με κάθε τρόπο, από αριστοτεχνικό έως γελοίο, να... «αριοποιηθεί». Εκεί εξαντλήθηκαν λοιπόν το ενδιαφέρον και οι ενέργειές τους.
Στο βιβλίο του, ο Ρίτσαρντ Στάϊγκμαν κλείνει κάθε περιθώριο για επί του αντιθέτου σπέκουλα από τους προαναφερθέντες, απατεώνες και αντιστροφείς της ιστορικής αλήθειας: εάν οι ναζί ήθελαν να επαναφέρουν στην Γερμανία τον παλαιό Παγανισμό ή να επιβάλουν έναν καινούργιο, δικό τους, είχαν την απόλυτη δυνατότητα να το κάνουν. Και μάλιστα δίχως την παραμικρή αντίσταση, ή έστω διαμαρτυρία. Όχι μόνο δεν το έπραξαν όμως, αλλ' αντιθέτως ισχυροποίησαν τον Χριστιανισμό και επανέφεραν τις χριστιανικές πρακτικές περασμένων αιώνων με μεθοδευμένη εξόντωση των υποτιθέμενων «αντίχριστων» φυλών (δηλαδή των Γύφτων και των Εβραίων). Ο ίδιος ο Χίτλερ άλλωστε είχε δηλώσει εξαρχής, στις 27 Οκτωβρίου 1928, ότι «δεν ανεχόμαστε στις τάξεις μας κανέναν που να επιτίθεται τις ιδέες του Χριστιανισμού. Το κίνημά μας είναι χριστιανικό», ενώ δύο χρόνια πριν, στις 25 Δεκεμβρίου 1926, είχε ισχυριστεί πως τάχα ήλθε στον κόσμο με αποστολή να ολοκληρώσει το έργο του Ιησού Χριστού! («Ο Χριστός ήταν ο πρώτος και σημαντικότερος πολεμιστής στην μάχη εναντίον του εχθρού της ανθρωπότητας, των Εβραίων. Το έργο του Χριστού άρχισε αλλά δεν στάθηκε δυνατόν να ολοκληρωθεί. Εγώ θα το ολοκληρώσω», βλ. John Willard Toland, «Αδόλφος Χίτλερ: Η Οριστική Βιογραφία» («Adolf Hitler: Τhe Definitive Biography»), Doubleday, 1976, σελ. 222).
Στα τελευταία κουρέλια της επιχειρηματολογίας των γνωστών και ήδη αναφερθέντων, απατεώνων και αντιστροφέων της ιστορικής αλήθειας, που προσπαθούν να συσχετίσουν τον Ναζισμό με τον «Παγανισμό», περιλαμβάνεται και η συγκατάβαση ότι ναι μεν δεν ήσαν «παγανιστές» οι ναζί, είχαν όμως σε πολλές περιπτώσεις επιδείξει ένα σκληρό αντικληρικαλιστικό πνεύμα, το οποίο μάλιστα το 1937 προκάλεσε, και είναι αλήθεια, τις διαμαρτυρίες των ρωμαιοκαθολικών επισκόπων και την παπική εγκύκλιο «Mit brennender Sorge» («Με πύρινη λύπη»), η οποία εγκαινίασε ιστορικά το γελοίο κατηγορητήριο για «Παγανισμό» και «πανθεϊστική σύγχυση» κατά των χιτλερικών και τρόπον τινά απετέλεσε το οριστικό διαζύγιο της παποσύνης της εποχής (που την αποκαλούσαν «παποσύνη του Φασισμού») με τους πρώην συνεργάτες της, οι οποίοι βεβαίως από την πλευρά τους είδαν την συγκεκριμένη εγκύκλιο ως ένα «κάλεσμα σε πόλεμο κατά του Τρίτου Ράϊχ».
Γι’ αυτό και χρησιμοποίησα παραπάνω τον όρο «κουρέλια»: αντικληρικαλισμό ασκεί ΚΑΘΕ καθεστώς, ασχέτως στίγματος και προθέσεων, που απλώς δεν θέλει να έχει την εκκλησιαστική εξουσία ανώτερη της πολιτικής. Αντικληρικαλισμό είχε ασκήσει αρχικά στην Ρωσία και ο Μπολσεβικισμός, ο οποίος όμως στις αρχές της δεκαετίας του 1940 έδωσε βεβαίως κανονικά γη και ύδωρ στην Ορθόδοξη Εκκλησία. Ο σπουδαγμένος σε εκκλησιαστικό σχολείο γεωργιανός σοβιετικός δικτάτορας Ιωσήφ Βισαριόνοβιτς Τζουγκασβίλι (Ioseb Besarionis dze Jughashvili, 1878 – 1953) ή «Στάλιν» («Ατσάλινος») δίνει από το 1941 πλήρη ελευθερία και απίθανα μεγάλα ποσά στους ορθόδοξους θεοκράτες για να ξαναστήσουν από την αρχή την προεπαναστατική παντοδυναμία τους και μάλιστα σε κάποια στιγμή θα κόψει και ειδικό μετάλλιο, στο οποίο οι σοβιετικοί θα «παντρεύουν» τον σταυρό με το σφυροδρέπανο: «ιερείς και επίσκοποι ενθαρρύνουν τώρα το ποίμνιό τους να τηρεί την πίστη του στον Θεό και τον Στάλιν, ενώ οι εκκλησίες δεν επαρκούν για να χωρέσουν τα τεράστια πλήθη... Το τελικό προϊόν θα είναι ένα ιδιόρρυθμο αμάλγαμα παραδοσιακής Χριστιανοσύνης και σοσιαλιστικής θρησκευτικότητας», γράφει ο γνωστός ιστορικός του Β Παγκοσμίου Πολέμου Ρίτσαρντ Όβερυ (Richard James Overy, 1947 - ). Το τελικό προϊόν εκείνης της άγαρμπης συνένωσης των δύο φαινομενικά διαφορετικών μεταξύ τους μορφών μονοθεϊσμού είναι αυτό το τρομακτικό πράγμα που στην Ρωσία των ημερών μας αυτο-ορίζεται ως «Εθνικομπολσεβικισμός», με όλες τις παρακρουσιακές ορθόδοξες χριστιανικές πτυχές του.
Τον μύθο για τον δήθεν «Παγανισμό» των κατά συντρηπτική πλειοψηφία μονοθεϊστών (προστεσταντών, ρωμαιοκαθολικών, αποκρυφιστών) και κατά μικρομειοψηφία αθέων λάτρεων του «βόρειου γονιδίου» Εθνικοσοσιαλιστών, οι ομόθρησκοί τους πολιτικοί τους αντίπαλοι, τον στήριξαν στις βρισιές της θυμωμένης παποσύνης του 1937 κατά των πρώην συνεργατών της και στην υιοθέτηση από ελάχιστα μόνον στελέχη των Εθνικοσοσιαλιστών των θεωριών ενός ψυχοπαθούς αποκρυφιστή, του Αυστριακού αριοσοφιστή Καρλ Βίλιγκουτ (Karl Maria Wiligut, 1866 – 1946), που φυσικά καμία απολύτως σχέση δεν είχε με τον Πολυθεϊσμό και την προχριστιανική Θρησκεία των Γερμανών.
Ο Βίλιγκουτ ανήκε από το 1932 στην ιδρυθείσα το 1921 οργάνωση «Βόρεια Εταιρεία» («Nordische Gesellschaft»), η οποία από το 1933, όταν οι ναζί πήραν την εξουσία, πέρασε στον απόλυτο έλεγχο των περιβόητων Άλφρεντ Ρόζενμπεργκ και Χάϊνριχ Χίμλερ, στους οποίους αναφερθήκαμε και παραπάνω. Το 1940, τότε δηλαδή που οι Γερμανοί «παγανιστές», όπως είδαμε παραπάνω, είτε είχαν φιμωθεί, είτε ήσαν κρατούμενοι στα στρατόπεδα συγκεντρώσεως, η «Βόρεια Εταιρεία» ευημερούσε, αριθμώντας 40 τοπικά παραρτήματα, εξαπλωμένα σε όλη σχεδόν την Γερμανία και την Αυστρία.
Εστιασμένη σε μία καθαρά μονοθεϊστική (με πρότυπο την εποχή του «Χανσεατικού Συνδέσμου», «Liga Hanseatica», «Hansa Teutonica», 1356 – περ. 1700) τευτονο-σκανδιναβική μεγαλομανία με σποραδικές δόσεις αποκρυφισμού, η «Βόρεια Εταιρεία» εξέδιδε από το 1935 και έως τον Οκτώβριο του 1944 το περιοδικό «Βόρειοι» («Der Norden») με μέση κυκλοφορία 6.000 αντίτυπα, ενώ παράλληλα κυκλοφορούσε και την εβδομαδιαία εφημερίδα «Βόρεια Υπηρεσία Τύπου» («Pressedienst Nord»), που από 3.000 φύλλα το 1940 στις αρχές του 1945 είχε φθάσει τα 10.000 αντίτυπα.
Το μεγαλομανιακό στίγμα της «Βόρειας Εταιρείας», δεν ήταν παρά μια συλλογικοποίηση του μεγαλομανιακού στίγματος του ίδιου του Βίλιγκουτ. Από τις 29 Νοεμβρίου 1924 και έως το 1927, με διαταγή ενός δικαστηρίου του Σάλτσμπουργκ, ο Βίλιγκουτ είχε κλειστεί σε άσυλο φρενοβλαβών της ίδιας πόλης, λόγω των συνεχών απειλών του κατά της ζωής της συζύγου του, αλλά και των αποκρυφιστικών παραληρημάτων του, τα οποία, μετά από ψυχιατρική εξέταση, είχαν οδηγήσει σε διάγνωση σχιζοφρένειας και μεγαλομανίας. Το 1932 ωστόσο, εγκατέλειψε οριστικά την οικογένειά του και εγκαταστάθηκε στην Γερμανία, και συγκεκριμένα στο προάστειο Bogenhausen του Μονάχου της Βαυαρίας, όπου απέκτησε αρκετούς οπαδούς των τρελών θεωριών του, κυρίως αριοσοφιστές προερχόμενους από το λεγόμενο «Τάγμα των Νέων Ναϊτών» («Ordo Novi Templi»), με το οποίο σχετιζόταν ήδη από το 1908, 16 χρόνια πριν διαγνωσθεί η ψυχασθένειά του και κλειστεί στο άσυλο. Ανάμεσα στους θαυμαστές του ήταν και ο εθνικιστής και φανατικός χριστιανός Αυστριακός πολιτικός Ερνστ Ρούντιγκερ Στάρχεμπεργκ (Ernst Rüdiger Camillo Starhemberg, 1899 – 1956), αρχηγός εκείνη την εποχή του περιβόητου «Χριστιανικού Κοινωνικού Κόμματος» («Christlichsoziale Partei», CS).
Τελικά, σε μια σύναξη της «Βόρειας Εταιρείας» τον Σεπτέμβριο του 1933, ο Βίλιγκουτ γνωρίστηκε με τον επίσης αποκρυφιστή αρχηγό των Ες – Ες Χάϊνριχ Χίμλερ, μπήκε στην οργάνωση με το ψευδώνυμο «Weisthor», ως επικεφαλής του «Τμήματος Προ- και Πρωτο-Ιστορίας» και την άνοιξη του 1935 μετακόμισε στο Βερολίνο, σε μία βίλα στην Kaspar Theyss Str. 33, ως προσωπικός πνευματικός μέντορας του Χίμλερ και μετά από λίγο, το καλοκαίρι του 1935, πνευματικός μέντορας ολόκληρου του «Ανενέρμπε» («Ahnenerbe – SS»), του ερευνητικού τομέα των Ες Ες για ανασκευή της πολιτιστικής Ιστορίας των Γερμανών. Ως μέντορας του Χίμλερ, συνεισέφερε τις ιδέες του στην μετατροπή του κάστρου Βέβελσμπουργκ (Wewelsburg) της Βεστφαλίας, το οποίο είχε δοθεί στους Ες Ες, σε υποτιθέμενο… «κέντρο του κόσμου» και σχεδίασε το περιβόητο μυητικό δαχτυλίδι με την νεκροκεφαλή (το «Totenkopfring»), καθώς και διάφορα άλλα αντικείμενα για τις εφευρημένες τελετές του αποκρυφιστικού αυτού τάγματος.
Το αποκρυφιστικό οργανωμένο παραλήρημα του Βίλιγκουτ, όχι μόνο δεν έχει σχέση με οποιασδήποτε μορφής «Παγανισμό», αλλά, τουναντίον, είναι απολύτως εχθρικό προς την οντινιστική πολυθεϊα, όπως έχει επισημάνει και ο Άντολφ Σλέϊπφερ (Adolf Schleipfer, 1947 - ) στο κείμενό του «Η σάγκα του Βίλιγκουτ» στο περιοδικό «Irminsul», τεύχος 5, 1982. Το αποκρυφιστικό παραλήρημα του Βίλιγκουτ, που στο τέλος κατέληξε να είναι η «εσωτερική διδασκαλία» των «μονοθεϊστών του γονιδίου του Θεού» και κατ’ ουσίαν αθέων Ες Ες, παρ’ όλο που η πλειοψηφία τους αυτο-οριζόταν θρησκευτικά ως «Gottesgelaubich» δηλαδή «πιστεύοντες στον Θεό», συνοψίζεται μέσες – άκρες στο ότι ο Βίλιγκουτ κατείχε «μυστική γνώση» που προερχόταν από την προϊστορία και «με ειδικές ψυχικές δυνάμεις» μπορούσε και συνδεόταν με τις «κυτταρικές μνήμες» των Γερμανών προγόνων που έζησαν πολλές χιλιάδες χρόνια πριν.
Με τις «ειδικές του ψυχικές δυνάμεις», ο Βίλιγκουτ «ήξερε» τάχα ότι η Βίβλος στην πραγματικότητα είχε γραφεί στα… γερμανικά, καθώς επίσης και ότι ο Χριστός δεν ήταν Εβραίος αλλά μια υποτιθέμενη θεότητα των Γερμανών της απώτατης αρχαιότητας (με αρχή της λατρείας της το 12.500 π.α.χ.χ.) που λεγόταν «Krist», το όνομα της οποίας επίσης υποτίθεται πως ιδιοποιήθηκαν οι, στο σύνολό τους Εβραίοι, πρωτο-χριστιανοί. «Ήξερε» τάχα επίσης ότι η Ιστορία των Γερμανών, που ήσαν απόγονοι των Ατλάντων, είχε βάθος τουλάχιστον 228.000 ετών (!), σε χρόνους που υποτίθεται πως υπήρχαν στον ουρανό 3 ήλιοι και επί της γης κατοικούσαν γίγαντες, ξωτικά και άλλα ανάλογα όντα, καθώς και ότι τάχα η πραγματική Θρησκεία των Βορείων δεν ήταν η κανονική πολυθεϊστική λατρεία του Βόνταν και των άλλων Θεών του «Άσγκαρντ», αλλά ο υποτιθέμενος «Ιρμινισμός» («Irminenschaft» ή «Irminenreligion», από το Δέντρο της Ζωής και Κολώνα του Κόσμου «Ίρμινσουλ», το οποίο, κατ’ αυτόν, μπορούσε να παραπέμψει στον περιπόθητο μονοθεϊσμό). Κατά τον Βίλιγκουτ, οι πολυθεϊστές λάτρεις του Βόνταν και των άλλων Θεών του «Άσγκαρντ» δεν ήσαν παρά «διαβολικοί σχισματικοί», που υποτίθεται ότι απομάκρυναν τον λαό των Γερμανών από την πίστη στον «έναν και πραγματικό» «Θεό» και γύρω στο 1.200 π.α.χ.χ., όταν ο σβησμένος ήλιος των «Ιρμινιστών» (ο «Μαύρος Ήλιος») ήταν ακόμα ορατός στον ουρανό, κατέστρεψαν με την βία τα λατρευτικά κέντρα του «Ιρμινισμού» και επέβαλαν τον «κακό» Πολυθεϊσμό τους. Για την πίστη σε αυτόν τον «ένα και πραγματικό» «Θεό» του Βίλιγκουτ και των Ες Ες θρηνεί ο ίδιος, με το ψευδώνυμο «Jarl Widar», σε ένα ποίημά του με τίτλο «Ψίθυρος του Θεού» (αναδημοσιεύθηκε στο βιβλίο του Stephen E. Flowers, «The Secret King: Karl Maria Wiligut, Himmler’s Lord of the Runes», Waterbury VT, 2001, σελ. 62): «…έτσι λοιπόν οι καταπιεστές μας εφηύραν για εμάς τους υποτιθέμενους θεούς / και μας στέρησαν όσα οι πρόγονοι μας κληροδότησαν / καθώς και τον Θεό και Κύριό μας…».
Όπως γνωρίζετε, πάμπολλες ανάλογες μπούρδες –και είναι επιεικής ο όρος- έχουν διοχετευθεί και στην χώρα μας τις τελευταίες δύο δεκαετίες, από κύκλους που επιδοτούν εκείνοι, και δεν είναι λίγοι, που ανησυχούν πολύ μήπως απελευθερωθεί κάποια στιγμή το Ελληνικό Έθνος και παλινορθωθεί η Ελληνική Εθνική Θρησκεία. Κόντρα λοιπόν στον δικό μας αγώνα για παλινόρθωση της πραγματικής, πολυθεϊστικής Ελληνικής Εθνικής Θρησκείας, έχουν υψώσει ένα ογκωδέστατο τείχος γελοίων πλην όμως αρεστών στην χριστιανική και αποβλακωμένη μεγάλη μάζα του λαού θεωριών για υποτιθέμενο «προκατακλυσμιαίο» μονοθεϊσμό, για Έλληνες Χριστούς, για μυστικές ομάδες «Έψιλον», για κατάργηση της Παλαιάς μόνον Διαθήκης, για «απολλώνιες» και «ηλιακές» μυσταγωγίες της Ορθοδοξίας, για εξωγήϊνο DNA, για «πύλες», για «κούφια γη», για «ελοχείμ», και πάει λέγοντας, ενώ τα επιδοτούμενα φερέφωνα έχουν ουκ ολίγες φορές εξαπολύσει άγριες πολεμικές εναντίον του Ελληνικού Πολυθεϊσμού και ανωνύμως, τόσο αυτοί όσο και οι χριστιανοί βεβαίως οπαδοί τους, ποταμούς λάσπης κατά των λίγων που γενναία ηγούνται σήμερα του ιερού αγώνα για την παλινόρθωση της Ελληνικής Εθνικής Θρησκείας. Οι ναζί, όπως είδαμε, παρουσίαζαν στο ««Der Stürmer»» τους οντινιστές να κατευθύνονται υποτίθεται από τα ίδια κέντρα που κατευθύνονταν οι Εβραίοι. Κάπως έτσι («όργανα της Μασονίας», «όργανα του Σιωνισμού», κ.ο.κ) παρουσιαζόμαστε και εμείς από τους ημεδαπούς -και ασχέτως της πολιτικής μουτσούνας που έχει ο καθένας τους επιλέξει να φοράει- επιγόνους των ναζί, που βεβαίως, λόγω τόπου, δεν είναι λουθηρανοί ή ρωμαιοκαθολικοί, αλλά ορθόδοξοι.
Τι σχέση έχει, ή μπορεί να έχει, λοιπόν ο Ναζισμός με τον Πολυθεϊσμό, ή «Παγανισμό» όπως μειωτικά τον αποκαλούν εδώ και αιώνες οι μονοθεϊστές; Με την παρούσα ομιλία μας πιστεύω ότι το ερώτημα έχει με κάθε σαφήνεια απαντηθεί. Όση σχέση μπορεί να έχει με τον Πολυθεϊσμό και ο ίδιος ο Μονοθεϊσμός, ή οι επιμέρους αιρέσεις του Ιουδαϊσμός, Χριστιανισμός και Ισλαμισμός και οι μικρότερες «πολιτικοφανείς» σέχτες του, στις οποίες ανήκει και ο Εθνικοσοσιαλισμός, καθώς και ο μαρξιστικός Σοσιαλισμός -αν και αυτό είναι αντικείμενο μιας άλλης διάλεξης. Όση σχέση μπορεί να έχει ο κόσμος της ψύχωσης, της λατρείας του ειδικού - μαγικού γονιδίου και του παραληρήματος με τον κόσμο της τέλειας λογικής συγκρότησης, του θαυμασμού για τις πολυμορφίες που απαιτεί η Θεά Φύση και του Ορθού Λόγου. Όση σχέση μπορεί να έχει ο κόσμος της παλιανθρωπιάς και του κλειστού μυαλού με τον κόσμο της Αρετής και του ορθάνοικτου πνεύματος. Δηλαδή ΟΥΔΕΜΙΑ!
Κάπου εδώ βέβαια μπαίνει κανείς και στον πειρασμό να δηλώσει σε όλους τους απατεώνες και αντιστροφείς της ιστορικής αλήθειας πως εάν σώνει και καλά πρέπει να βρουν και να «αποκαλύψουν» κάποιον «Παγανισμό» που να σχετίζεται με τον Χίτλερ, είναι υποχρεωμένοι να τον αναζητήσουν στο πρόσωπο του αριστοκρατικής καταγωγής αξιωματικού της Βέρμαχτ Κλάους φον Σταούφενμπεργκ (Claus von Stauffenberg, 1907 - 1944), ο οποίος προσπάθησε ανεπιτυχώς να σκοτώσει με μία βόμβα τον Χίτλερ, στην περίφημη «Επιχείρηση Βαλκυρία» στις 20 Ιουλίου 1944, και το πλήρωσε, μαζί με 3 ακόμα αξιωματικούς που πιάστηκαν μαζί του, με φρικτά βασανιστήρια και θάνατο. Τόσο ο ίδιος ο φον Σταούφενμπεργκ, όσο και αρκετοί από τους αντιστασιακούς της εποχής, ήσαν πνευματικά παιδιά του αριστοκράτη συμβολιστή ποιητή Στέφαν Άντον Γκέοργκε (Stefan Anton George, 1868 – 1933), που μέσω ενός διανοητικού «Παγανισμού», ισόποσα μοιρασμένου ανάμεσα στους Θεούς των Ελλήνων και στους Θεούς των Βορείων, είχε επωμισθεί τον ρόλο του οδηγητή (κάποιοι μάλιστα από τους οπαδούς του, τους λεγόμενους «Georgekreis», τον θεωρούσαν ιερέα και προφήτη) προς μία άλλη ανθρωπότητα, που θα διοικείται από μία ελίτ στοχαστών και καλλιτεχνών, οι οποίοι μηδενός εξαιρουμένου θα διέπονται από αυτοθυσία και αρετή. Μέχρι τον θάνατό του στις 4 Δεκεμβρίου 1933, ο Γκέοργκε τοποθετείτο δημόσια ξανά και ξανά, με σπάνια για την εποχή γενναιότητα, ενάντια τόσο στους ίδιους τους ναζί, όσο και στο μίσος τους προς τους Εβραίους. Λίγους μήνες πριν πεθάνει, είχε αρνηθεί της προεδρεία της «Νέας Ακαδημίας των Τεχνών» που του είχε προσφέρει ο ίδιος ο Γκαίμπελς, ενώ στις 12 Ιουλίου ήταν επιδεικτικά απών στις επίσημες καθεστωτικές εκδηλώσεις για τα 65 χρόνια από την γέννησή του.
Δεν τρέφουμε βεβαίως αυταπάτη ότι η αποστομωτική αυτή διάλεξη θα σταματήσει την αισχρή προπαγάνδα κατά του Πολυθεϊσμού, και κατά της Ελληνικής Εθνικής Θρησκείας ειδικότερα. Ο μονοθεϊσμός έχει αποδεδειγμένα μέσα στην Ιστορία την ξετσιπωσιά να επαναλαμβάνει απτόητος τις απάτες του, κάνοντας ότι αγνοεί τα βιβλία, τα άρθρα, τις διαλέξεις που τον ξεμπροστιάζουν. Βασίζεται στην άγνοια και την βλακεία των υπόδουλων στα ιερατεία του μαζών, την οποία άγνοια και βλακεία ξέρει ν’ αναπαράγει μέσα από τα σχολεία που ελέγχει και τα μέσα διαμόρφωσης συνειδήσεων που επίσης ελέγχει. Εμείς οι πολυθεϊστές του πλανήτη, εμείς οι εθνικοί του πλανήτη, αλλά και εμείς οι Έλληνες Εθνικοί ειδικότερα, θα συνεχίσουμε πάντως να τον πολεμάμε σε όποιο πεδίο μάχης ανταμώνουμε τους σταυροφόρους του. Το δικό μας μήνυμα άλλωστε, ιδίως των Ελλήνων Εθνικών, δεν απευθύνεται σε βλάκες, αλλά σε όσους έχουν ήδη την αρετή της Αγχίνοιας. Εμείς στον δικό μας αγώνα, που αποτελεί τον «Ελληνικό Διαφωτισμό», υιοθετούμε την σοφή λαϊκή ρήση: μην πλησιάζεις τράγο από μπροστά, γάϊδαρο από πίσω και βλάκα από πουθενά.